Περιεχόμενα Δικαιώματα Υποχρεώσεις η-Πνύκα Αναζήτηση

Αγωγή και Προαγωγή Υγείας
Προηγούμενη Σελίδα Εργαστήρια

 

Προαγωγή Υγείας

Γ.Κ. Τούντας, Επίκουρος Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Εισαγωγή

Η προαγωγή υγείας

Αρχές

Δραστηριότητες - Προτεραιότητες

Διλήμματα

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Τι είναι η Αγωγή Υγείας

Σε τι διαφέρει η αγωγή υγείας

Στόχοι αγωγής υγείας

Ευαισθητοποίηση

Παροχή γνώσεων

Ιεράρχηση αξιών

Αλλαγή απόψεων

Λήψη αποφάσεων

Αλλαγή συμπεριφοράς

Αλλαγή περιβάλλοντος

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Εισαγωγή

Στάδια σχεδιασμού

Ανάλυση της κοινότητας

        Επισήμανση των αναγκών

          Καθορισμός των στόχων

          Αποτίμηση των πόρων

Περιγραφή μεθοδολογίας

          Σχεδιασμός της αξιολόγησης

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Εισαγωγή

Μέθοδοι Επικοινωνίας

Διαλέξεις

Ατομική Διδασκαλία

Μέσα μαζικής επικοινωνίας

Οπτικοακουστικά μέσα

Εκπαιδευτική τηλεόραση

Προγραμματισμένη εκμάθηση

Μέθοδοι αλλαγής στάσεων και συμπεριφοράς

            Ανάπτυξη ικανοτήτων

            Ειδικά παιχνίδια

            Παρατήρηση και αναζήτηση

Δουλειά σε ομάδες

Χρήση προτύπων

Έλεγχος της συμπεριφοράς

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

 

Προαγωγή Υγείας

1.1 Εισαγωγή

 

          Οι υπηρεσίες υγείας και η ιατρική φροντίδα υπάρχουν για να καλύ­πτουν τις ανάγκες υγείας κάθε κοινωνίας. Οι κοινωνίες όμως αλλάζουν και μαζί τους αλλάζουν οι ανάγκες υγείας και οι προσδοκίες του πληθυσμού για φροντίδα και περίθαλψη. Είναι δε φυσικό, αυτές οι αλλα­γές να παρασύρουν προς νέους προσανατολισμούς και τα συστήματα υγείας, που έτσι και αλλιώς δεν παραμένουν σε ακινησία αλλά συνε­χώς εξελίσσονται, υποχρεωμένα από ευρύτερες διεργασίες όπως είναι η ανάπτυξη της οικονομίας και της τεχνολογίας ή από εσωτερικές δυ­νάμεις όπως είναι οι φωτεινές εμπνεύσεις και η άοκνη προσφορά ορι­σμένων λειτουργών τους.

          Μία από τις σημαντικότερες πρόσφατες αλλαγές στο χώρο της υγείας διεθνώς, υπήρξε το αυξανόμενο ενδιαφέρον για παροχή πρωτο­βάθμιας φροντίδας και πρόληψης. Οι κοινωνίες άρχισαν να συνειδητοποιούν τα όρια της σύγχρονης θεραπευτικής - νοσοκομειακής ιατρικής απέναντι στα μείζονα προβλήματα υγείας της εποχής μας, όπως είναι ο καρκίνος, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, τα ατυχήματα, οι ψυχικές δια­ταραχές, τα χρόνια εκφυλιστικά νοσήματα και πρόσφατα το AIDS. Ταυ­τόχρονα, οι κρατικοί προϋπολογισμοί όλο και περισσότερο δυσκολεύο­νται ή αδυνατούν ακόμα να ανταποκριθούν στις διογκούμενες δαπάνες για την υγεία, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία καταναλώνονται από το θεραπευτικό - νοσοκομειακό τομέα.

      Αυτά τα δύο φαινόμενα, των υψηλών δαπανών και της περιορισμέ­νης αποτελεσματικότητας, που συνιστούν την πολυσυζητημένη κρίση της σύγχρονης Ιατρικής, έχουν οδηγήσει στην αναζήτηση νέων πολιτικών υγείας και στην αναβάθμιση άλλων, σε μια προσπάθεια να απαντη­θούν αποτελεσματικά αλλά και οικονομικά τα σύγχρονα προβλήματα υγείας. Και κυρίως έχουν οδηγήσει στην ανάπτυξη της Πρόληψης, μια που όλα σχεδόν τα μείζονα προβλήματα υγείας της εποχής μας είναι αιτιολογικά συνυφασμένα με το σύγχρονο τρόπο ζωής και με το σύγ­χρονο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον.

 

1.2  Η προαγωγή υγείας

 

     Η 34η γενική συνέλευση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας   (Π.Ο.Υ.) που πραγματοποιήθηκε το 1981, έθεσε σαν στρατηγική επιδίω­ξη το «Υγεία για όλους το έτος 2000» (Health For ΑΙΙ by the year 2000 - HFΑ 2000). Η ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας Π.Φ.Υ.), θεωρήθηκε μοχλός αυτής της προσπάθειας, γι ' αυτά και ένας από τους βασικούς στόχους που τέθηκε ήταν ο αναπροσανατολισμός των υπηρεσιών υγείας. Οι άλλοι βασικοί στόχοι ήταν η πρόληψη των προλήψιμων νοσημάτων και προβλημάτων υγείας, η αναβάθμιση του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος και η διαμόρφωση υγιεινών στάσεων και συμπεριφορών.

     Για την επίτευξη , αυτών των στόχων, η Π.Ο.Υ. Θεσμοθέτησε το 1986 με την διακήρυξη της Οττάβας, την πολιτική της Προαγωγής Υγείας (Health Promotion) που αποσκοπεί στην αναβάθμιση του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, στην ενίσχυση των ευρύτερων παραγόντων που επιδρούν θετικά στην ανθρώπινη υγεία και στη διαμόρ­φωση υγιεινών στάσεων και συμπεριφορών (Σχ. 1).

 

          Προσανατολισμένη στην κοινότητα και στις ανάγκες του κάθε το­πικού πληθυσμού και διαποτισμένη από μια ουμανιστική αντίληψη για την υγεία και την αρρώστια, κοινωνικά προσανατολισμένη, η Προαγωγή Υγείας έρχεται να καλύψει ένα κενό που μεγάλωνε συνεχώς τα τελευ­ταία χρόνια με την αύξηση του ειδικού βάρους της σύγχρονης νοσο­κομειακής - Θεραπευτικής ιατρικής.

          Η Προαγωγή Υγείας σύμφωνα με τη διακήρυξη της Π.Ο.Υ. είναι η διαδικασία μέσα στην οποία τα άτομα γίνονται ικανά να αναπτύξουν τον έλεγχο πάνω στην υγεία τους και να τη βελτιώσουν. Η άποψη αυτή απορρέει από μια ευρύτερη αντίληψη που ταυτίζει την υγεία με τη δυνατότητα που έχει ένα άτομο ή μια ομάδα, να μπορεί από τη μια να πραγματοποιεί τις επιθυμίες του και να ικανοποιεί τις ανάγκες του και από την άλλη να μεταβάλλει το περιβάλλον ή να προσαρμόζεται σ' αυτό. Συνακόλουθα, η υγεία Θα πρέπει να Θεωρείται σαν συντελεστής της καθημερινής ζωής και όχι σαν αυτοσκοπός. Είναι δηλαδή μια θετι­κή έννοια που δίνει έμφαση στις κοινωνικές και προσωπικές δυνατότη­τες και ικανότητες.

          Σύμφωνα με την ίδια διακήρυξη, η Προαγωγή Υγείας χαρακτηρίζε­ται από τις ακόλουθες αρχές, δραστηριότητες, προτεραιότητες και διλήμματα.

 

 1.2.1 Αρχές

          Η ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ επικεντρώνεται περισσότερο στο σύνολο του πληθυσμού μέσα στα πλαίσια της καθημερινής του ζωής, παρά στα μεμονωμένα άτομα που διατρέχουν κάποιο συγκεκριμένο κίνδυνο να αρρωστήσουν. Καθιστά τα άτομα ικανά να αναλαμβάνουν αυθόρμητα ή οργανωμένα υπεύθυνη δράση για την υγεία τους, που όπως ήδη ανα­φέρθηκε, αποτελεί σημαντικό συντελεστή της καθημερινής τους ζωής. Η επιδίωξη αυτή απαιτεί πλήρη και συνεχή πρόσβαση στην πληροφό­ρηση για Θέματα υγείας και τη μέγιστη δυνατή κοινοποίηση όλων των σχετικών πληροφοριών στο σύνολο του πληθυσμού.

          Η ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ κατευθύνει τη δράση της προς όλους τους παράγοντες που καθορίζουν την υγεία (Σχ. 1). Κατά συνέπεια η Προα­γωγή Υγείας, εκτός από τη στενή συνεργασία των υπηρεσιών υγείας, προϋποθέτει και τη συμβολή όλων των φορέων που σχετίζονται με τους ευρύτερους αυτούς παράγοντες..

          Η ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ συνδυάζει διάφορες αλλά συμπληρωματικές μεθόδους ή τρόπους προσέγγισης, όπως την επικοινωνία, την εκπαί­δευση, τη νομοθεσία, τα οικονομικά μέτρα, τις οργανωτικές αλλαγές, την ανάπτυξη της κοινότητας καθώς και αυτογενείς τοπικές δραστηριό­τητες κατά των κινδύνων της υγείας.

          Η ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ στοχεύει ιδιαίτερα στην αποτελεσματική και ουσιαστική συμμετοχή του κοινού. Ο στόχος αυτός απαιτεί την ανά­πτυξη επιδεξιοτήτων σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο που διευκολύνουν την αποσαφήνιση των προβλημάτων και τη λήψη των σωστών αποφάσεων.

          Η ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΥΓΕΙΑΣ είναι μια ευρύτερη δραστηριότητα στο χώρο της υγείας και της κοινωνίας και όχι μια ιατρική υπηρεσία. Γι' αυτό, όλοι οι επαγγελματίες της υγείας και ιδιαίτερα όσοι ασχολούνται με την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, διαδραματίζουν ένα σημαντικό ρό­λο στην ανάπτυξη της Προαγωγής Υγείας.

 

 1.2.2 Δραστηριότητες - Προτεραιότητες

          Η Προαγωγή Υγείας επιδιώκει την αναβάθμιση των παραγόντων που επηρεάζουν την υγεία, όπως είναι οι οικονομικοί, οι περιβαλλο­ντολογικοί, οι κοινωνικοί κ.ά. Με δεδομένο το εύρος αυτών των παραγόντων, θα μπορούσε να καταγραφεί ένας σχεδόν ατέλειωτος κατάλο­γος δραστηριοτήτων: διατροφική πολιτική, στέγαση, κάπνισμα, επιδεξιό­τητες προσαρμογής, κοινωνική υποστήριξη κ:ά. Για να διευκολυνθεί όμως το έργο της Προαγωγής Υγείας, η διακήρυξη της Οττάβας ανα­φέρει ότι:

- Στο επίκεντρο της Προαγωγής Υγείας είναι η εξασφάλιση της πρόσβασης στην υγεία, δηλαδή η μείωση των ανισοτήτων στην υγεία και η αύξηση των ευκαιριών για τη βελτίωση της υγείας. Η επιδίωξη αυτή συνεπάγεται αλλαγές στις σχετικές πολιτικές του κράτους και των υπεύθυνων φορέων, καθώς και αναπροσανατολισμό των υπηρεσιών υγείας.

- Η βελτίωση της υγείας εξαρτάται από τη διαμόρφωση ενός υγιεινού περιβάλλοντος ιδιαίτερα σε 6τι αφορά τις συνθήκες εργασίας και κατοικίας. Επειδή και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για ένα δυναμικό περιβάλλον, η Προαγωγή Υγείας περιλαμβάνει μεθόδους για την εκτίμηση της δυναμικής αυτής μέσα από την αξιολόγηση των τεχνολο­γικών, πολιτιστικών και οικονομικών τάσεων και προοπτικών.

- Η Προαγωγή Υγείας επιδιώκει την ενίσχυση των κοινωνικών δο­μών και της κοινωνικής υποστήριξης. Η επιδίωξη αυτή στηρίζεται στην αποδοχή του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζουν οι κοινωνικές δυνάμεις και οι κοινωνικές σχέσεις στον καθορισμό των αξιών και των συμπεριφορών που σχετίζονται με την υγεία.

- Ο κυρίαρχος τρόπος ζωής σε μια κοινωνία είναι καθοριστικής σημασίας γιατί διαμορφώνει τις προσωπικές συμπεριφορές που μπορεί να είναι είτε ωφέλιμες, είτε βλαβερές. Η υιοθέτηση συμπεριφορών που συμβάλλουν στην υγεία προϋποθέτει τη διερεύνηση των σχετικών πεποιθήσεων και αξιών. Η διαμόρφωση μιας υγιεινούς συμπεριφοράς και η ανάπτυξη κατάλληλων μηχανισμών προσαρμογής στο περιβάλλον και συναλλαγής με αυτό, αποτελούν Θεμελιώδεις στόχους της Προαγωγής Υγείας.

- Η Προαγωγή Υγείας στηρίζεται στη συλλογική προσπάθεια για την προάσπιση της υγείας. Οι αρχές, με την άσκηση κοινωνικής πολιτι­κής, έχουν μια ιδιαίτερη ευθύνη στο να καταστήσουν προσιτές τις ενδεικνυόμενες επιλογές και να εξασφαλίσουν τις βασικές προϋποθέσεις μιας υγειούς ζωής. Οι δε υποστηρικτές της Προαγωγής της Υγείας μέ­σα στα κέντρα αποφάσεων, πρέπει αφενός να έχουν συνείδηση της σημασίας της αυθόρμητης δραστηριότητας για την υγεία, όπως είναι τα κοινωνικά κινήματα ή τα φαινόμενα της αυτοβοήθειας και της αυτοφροντίδας και αφετέρου να αναγνωρίζουν την ανάγκη συνεχούς συνεργασίας με το κοινό πάνω σε όλα τα Θέματα της Προαγωγής Υγείας.

- Η έννοια της Προαγωγής Υγείας πρέπει να αποσαφηνίζεται σε κάθε στάδιο του σχεδιασμού δίνοντας έμφαση στις κοινωνικές, οικονο­μικές και οικολογικές διαστάσεις της υγείας. Η διαμόρφωση πολιτικών Προαγωγής Υγείας μπορεί έτσι να σχετιστεί και να ενοποιηθεί με άλ­λες πολιτικές, όπως της εργασίας, της στέγασης, των κοινωνικών υπη­ρεσιών, της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας κτλ.

- Η πολιτική βούληση για την ανάπτυξη της Προαγωγής Υγείας πρέπει να οδηγεί στη δημιουργία κέντρων αναφοράς σε όλα τα επίπε­δα -τοπικό, περιφερειακό και εθνικό. Τα κέντρα αυτά Θα λειτουργούν σαν οργανωτικοί μηχανισμοί για το διατομεακό και συντονισμένο σχε­διασμό της Προαγωγής Υγείας. Θα παρέχουν επίσης ηγεσία και υπευ­θυνότητα έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ανάπτυξη των σχετικών δρα­στηριοτήτων. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη μακροπρόθε­σμων προγραμμάτων είναι και η ύπαρξη επαρκών κονδυλίων και ειδι­κευμένου προσωπικού.

- Κατά την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της Προαγωγής Υγείας Θα πρέπει να υπάρχει συνεχής διάλογος και ανταλλαγή απόψεων μετα­ξύ ατόμων ή ομάδων και ειδικών επαγγελματιών. Θα πρέπει επίσης να καθιερωθούν μηχανισμοί που Θα εξασφαλίσουν ευκαιρίες για να εκφρά­ζει το κοινό τις απόψεις του και για να καλλιεργείται το δημόσιο ενδιαφέρον για την υγεία.

- Για την επιλογή των τομέων προτεραιότητας, Θα πρέπει να έχει προηγηθεί μια αξιολόγηση των δεικτών υγείας, των γνώσεων, των ικα­νοτήτων και πρακτικών του πληθυσμού σε Θέματα υγείας καθώς και της ισχύουσας εθνικής ή τοπικής νομοθεσίας και πολιτικής.

- Επιπλέον Θα πρέπει να έχει εκτιμηθεί η προσδοκώμενη επίδρα­ση στην υγεία των σχεδιαζόμενων μέτρων και προγραμμάτων, οι οικο­νομικοί περιορισμοί και τα οικονομικά οφέλη, η κοινωνική και η πολιτιστική αποδοχή τους και η δυνατότητα ολοκληρωμένης πραγμάτωσής τους.

- Τέλος, η ερευνητική υποστήριξη είναι καθοριστική για την ανά­πτυξη των δραστηριοτήτων και για την αξιολόγησή τους. Υπάρχει ανά­γκη να αναπτυχθούν νέες μεθοδολογίες έρευνας και να επινοηθούν κατάλληλοι τρόποι αξιολόγησης. Τα αποτελέσματα της έρευνας θα πρέ­πει να κοινοποιούνται ευρέως και να πραγματοποιούνται συγκρίσεις ενδοκρατικές και διεθνείς.

 

1.2.3 Διλήμματα

          Η κοινωνική πολιτική της υγείας Θα έρχεται πάντα αντιμέτωπη με βασικά πολιτικά και ηθικά διλήμματα. Όσοι ασχολούνται με την Προα­γωγή Υγείας θα πρέπει να έχουν επίγνωση των πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων στο κοινωνικό και στο ατομικό επίπεδο.

          Πρώτα απ' όλα υπάρχει ο κίνδυνος η υγεία να θεωρηθεί σαν ο απόλυτος σκοπός που αγκαλιάζει όλες τις πτυχές της ζωής. Η ιδεο­λογία αυτή, που συχνά αποκαλείται υγιεινισμός (Healthism) θα μπορούσε να οδηγήσει στην κηδεμόνευση των ατόμων και στον έλεγχο της συμπεριφοράς, γεγονός που αντιστρατεύεται τις βασικές αρχές της Προαγωγής Υγείας.

          Επίσης ενδέχεται, προγράμματα Προαγωγής Υγείας να προσανατο­λίζονται κυρίως σε ατομικές λύσεις, αντί να στοχεύουν στην επίλυση των γενικότερων προβλημάτων του πληθυσμού. Αυτοί που αποφασίζουν, πολλές φορές θεωρούν τα άτομα αποκλειστικά υπεύθυνα για την υγεία τους. Συχνά υπάρχει η εσφαλμένη εντύπωση ότι οι άνθρωποι έχουν τη δύναμη να σχεδιάζουν εξ' ολοκλήρου τη ζωή τους έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν τους προλήψιμους κινδύνους. Κα­τά συνέπεια, όταν αρρωσταίνουν, θεωρούνται υπεύθυνοι και στιγματίζο­νται ανάλογα (victim blaming).

          Ορισμένες φορές οι μέθοδοι Προαγωγής της Υγείας, δεν ανταπο­κρίνονται στις προσδοκίες, πεποιθήσεις, προτιμήσεις ή ικανότητες του κοινού. Το γεγονός αυτό μπορεί να αυξήσει τις κοινωνικές ανισότητες. Η παροχή πληροφοριών από μόνη της π.χ. είναι ανεπαρκής σαν μέτρο. Η ευαισθητοποίηση του κοινού γύρω από ένα πρόβλημα υγείας χωρίς να παρέχονται οι δυνατότητες για την αντιμετώπισή του, θα μπορούσε να έχει σαν μοναδικό αποτέλεσμα τη δημιουργία ανησυχίας και αισθή­ματος ανασφάλειας.

          Υπάρχει τέλος κίνδυνος για την οικειοποίηση της Προαγωγής Υγείας από μια επαγγελματική ομάδα που μπορεί να την μετατρέψει σε ένα εξειδικευμένο κλάδο, αποκλείοντας έτσι τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. Το κοινό, για να αυξήσει τον έλεγχό του στα θέματα που αφορούν την υγεία του, Θα πρέπει να απαιτήσει και να διεκδικήσει από τους επαγγελματίες και τις αρχές μεγαλύτερη συμμετοχή στη διαχεί­ριση των πόρων και στην χάραξη της πολιτικής υγείας και ειδικότερα της Προαγωγής Υγείας.

   

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

bullet Doxiadis S. (1987): Ethical Dilemmas in Health Promotion. John Wi­ley & Sons, Chichester.
bullet Ewles L. and Simnett Ι. (1992): Promoting Health: Α Practical Gui­de. Scutari Press, Harrow.
bullet Kelly P.J. and Lewis J.L. (1987): Education and Health. Pergamon Press, Oxford.
bullet McPartland Ρ.Α. (1991): Promoting Health in the Workplace. Har­wood Academic, Chur.
bullet Nutbeam D. (ed) (1987): Health Promotion: Concept and Principles in Action. WHO, Copenhagen.
bullet Tountas Υ., Garanis Τ., Dalla-Vorgia Ρ. (1993): Health Promotion, Society and Health Care Ethics. In Principles of Health Care Ethics, Gillon R. (ed), John Willey & Sons, Chichester.

   


 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

2.1 Τι είναι η Αγωγή Υγείας

          Η ανθρώπινη συμπεριφορά και το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, όπως ήδη τονίστηκε, αποτελούν αποφασιστικούς παράγοντες στην αι­τιολογία και την επιδημιολογία πολλών νοσημάτων μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται και οι βασικότερες αιτίες Θνησιμότητας και νοση­ρότητας της εποχής μας. Ο καρκίνος, τα καρδιαγγειακά, τα ατυχήματα, τα ψυχικά νοσήματα, τα χρόνια εκφυλιστικά και ορισμένα σύγχρονα λοιμώδη (π.χ. AIDS), θα μπορούσαν να καταπολεμηθούν σε μεγάλο βαθμό αν ο άνθρωπος τροποποιούσε ορισμένες ανθυγιεινές καθημερι­νές του συνήθειες και βελτίωνε το περιβάλλον του. Γι ' αυτό και η αποτελεσματικότητα κάθε πολιτικής υγείας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το επίπεδο συνειδητότητας του πληθυσμού στα θέματα που αφο­ρούν την υγεία του και από την ετοιμότητα και την αποφασιστικότητα του καθένα ατομικά και όλων μαζί συλλογικά για εποικοδομητική δρά­ση στην υπόθεση της υγείας.

          Αυτή ακριβώς την ανάγκη έρχεται να καλύψει η Αγωγή Υγείας που θα μπορούσε να οριστεί σαν:

          «η διαδικασία εκείνη που βοηθάει τα άτομα να παίρνουν αποφά­σεις, να    υιοθετούν συμπεριφορές και να δρουν σύμφωνα με τις ανά­γκες που επιβάλλει        η προάσπιση και η προαγωγή της υγείας τους».

          Ο ορισμός της Αγωγής Υγείας επιδέχεται μια ευρύτερη και μια αυστηρότερη ερμηνεία. Σύμφωνα με την ευρύτερη ερμηνεία, η Αγωγή Υγεία αφορά όλες εκείνες τις εμπειρίες ενός ατόμου, μιας ομάδας ή μιας κοινότητας, που επιδρούν και επηρεάζουν τις αξίες, τις στάσεις, τις συμπεριφορές που σχετίζονται με την υγεία. Αυτή η ευρύτερη ,ερ­μηνεία αναγνωρίζει ότι πολλές εμπειρίες, Θετικές και αρνητικές, επι­δρούν στη σκέψη, στα αισθήματα και στην πράξη των ανθρώπων. Γι ' αυτό και δεν περιορίζει το εύρος της δράσης της Αγωγής Υγείας μό­νο σε σχεδιασμένες και οργανωμένες δραστηριότητες.

          Σύμφωνα με την αυστηρότερη ερμηνεία, ο όρος «Αγωγή Υγείας» κατά κανόνα σημαίνει τις προγραμματισμένες προσπάθειες που απο­σκοπούν στην προώθηση των βασικών στόχων της Αγωγής Υγείας στα πλαίσια της Προαγωγής Υγείας. Η δεύτερη αυτή ερμηνεία είναι και αυτή που χρησιμοποιείται περισσότερο στον ακαδημαϊκό χώρο.

          Με βάση το συγκεκριμένο αυτό περιεχόμενο, η Αγωγή Υγείας αποτελεί αναπόσπαστο και σημαντικό κομμάτι της Προαγωγής Υγείας, αλλά και ουσιαστική συνιστώσα της Θεραπευτικής διαδικασίας και της σωστής χρήσης και αξιοποίησης των υπηρεσιών υγείας.

          Σχετικά με το ρόλο της Αγωγής Υγείας στη θεραπευτική αγωγή των αρρώστων, είναι φανερή η συμβολή της σωστής ενημέρωσης και της ενεργού συμμετοχής του ασθενή στην επιτυχία κάθε Θεραπευτικού σχήματος. Η γνώση της σημασίας κάθε Θεραπευτικού μέτρου, η επίγνωση των πιθανών κινδύνων και η προσαρμογή στις απαιτήσεις ενός Θεραπευτικού σχήματος, είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την αποτελεσματική καταπολέμηση της αρρώστιας.

 

          Η ίδια ανάγκη ενημέρωσης και συμμετοχής, ισχύει και στον τομέα της χρήσης των υπηρεσιών που προσφέρει ένα σύστημα υγείας. Χωρίς τη σωστή ενημέρωση του κοινού για τις υπάρχουσες υπηρεσίες, τη λειτουργία τους, την κατανομή τους κτλ. και χωρίς την υιοθέτηση από το κοινό, στάσεων και συμπεριφορών που να διευκολύνουν την αξιο­ποίηση των υπηρεσιών, είναι αναπόφευκτο να δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα που μπορεί άλλοτε να οδηγούν στη μη αξιοποίηση των υπηρεσιών, άλλοτε στην υπερβολική ζήτησή τους, άλλοτε στη λαθεμέ­νη χρήση τους και όχι σπάνια ακόμα και στην επικίνδυνη κατανάλωσή τους (π.χ. φάρμακα, ακτινογραφίες κ.λ.π.).

          Τέλος, Θα πρέπει να τονιστεί ότι στα πλαίσια της αναζήτησης πλουραλιστικών και δημοκρατικών μορφών κοινωνικής οργάνωσης, οι αντιλήψεις για την υγεία δεν μπορεί να είναι ούτε ενιαίες ούτε μονολιθικές. Υπάρχουν σίγουρα περισσότερες από μια μορφές θεραπείας για κάθε πρόβλημα και πολλαπλοί τρόποι κατάκτησης της επιθυμητής σωματικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας. Στα πλαίσια αυτού του προβληματισμού, η Αγωγή Υγείας επιδιώκει τη δυνατότητα ελεύθερων επιλογών, μέσα από τη γνώση και την υπευθυνότητα και όχι την επιβο­λή ή την προπαγάνδιση κάποιας αλήθειας όσο και αν αυτή τεκμηριώνε­ται επιστημονικά.

 

2.2 Σε τι διαφέρει η αγωγή υγείας

Στο παρελθόν, χρησιμοποιήθηκαν ορισμένοι άλλοι όροι αντί της Αγωγής Υγείας για να δηλώσουν παρεμφερείς δραστηριότητες. Οι όροι αυτοί ήταν:

  1. Εκπαίδευση Υγείας
  2. Υγειονομική Διαφώτιση

Κανένας όμως από τους όρους αυτούς δεν αποδίδει σωστά το περιεχόμενο της Αγωγής Υγείας.

 

            Η Εκπαίδευση Υγείας, αφορά περισσότερο τη διδασκαλία στο ακαδημαϊκό περιβάλλον. Δεν περιλαμβάνει τη διάσταση της ενεργού συμμετοχής και κυρίως της μεταβολής της συμπεριφοράς και του πε­ριβάλλοντος.

            Η Υγειονομική Διαφώτιση, που ήταν ο πιο διαδεδομένος όρος, αντικαταστάθηκε από τον όρο Αγωγή Υγείας, γιατί ο όρος «διαφώτιση» προϋποθέτει, την ύπαρξη άγνοιας που πρέπει να καταπολεμηθεί, ενώ ούτε η άγνοια είναι πάντοτε δεδομένη, ούτε ο σκοπός της Αγωγής Υγείας είναι μόνο η καταπολέμηση της άγνοιας.

Ένα άλλο επίσης σημείο που διαφοροποιεί την Αγωγή Υγείας, εί­ναι η πολλαπλότητα των μεθόδων που χρησιμοποιεί και τα διαφορετικά επιστημονικά πεδία απ' όπου αντλεί τα Θεωρητικά και πρακτικά της εργαλεία. Η Αγωγή Υγείας βασίζεται στην Κοινωνική Ιατρική και στην Επιδημιολογία, στο βαθμό που στοχεύει κυρίως σε ομάδες πληθυσμού και όχι σε μεμονωμένα άτομα και στο βαθμό που τα φαινόμενα που μελετά και επεμβαίνει είναι κυρίως πληθυσμιακά φαινόμενα με σημα­ντικές κοινωνικές διαστάσεις. Η ερευνητική επίσης μεθοδολογία της Αγωγής Υγείας, ο σχεδιασμός, η υλοποίηση και η αξιολόγηση των προ­γραμμάτων της, βασίζονται στις αρχές και μεθόδους της επιδημιολο­γίας τόσο της περιγραφικής όσο και της αναλυτικής.

          Η Αγωγή Υγείας αντλεί επίσης από την επιστήμη της Εκπαίδευ­σης - Παιδαγωγικής, πολλές εκπαιδευτικές θεωρίες και εκπαιδευτικές πρακτικές. Γι ' αυτά άλλωστε, οι εκπαιδευτές υγείας πρέπει να είναι ταυτοχρόνως και επαγγελματίες υγείας και εκπαιδευτές.

          Ένας τρίτος σημαντικός επιστημονικός χώρος είναι ο χώρος των Κοινωνικών Επιστημών και ιδιαίτερα η Κοινωνιολογία και η Ψυχολογία. Η μελέτη της αρρώστιας και της υγείας, έχει μια σημαντική κοινωνική διάσταση, στο βαθμό που τα φαινόμενα αυτά έχουν, όπως ήδη τονίστηκε, βαθιά τις ρίζες τους στο συγκεκριμένο κοινωνικά περιβάλλον και στο ιστορικό γίγνεσθαι. Επίσης, η επιστήμη της ψυχολογίας είναι ένα πεδίο που παρέχει τη δυνατότητα κατανόησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς καθώς και τη δυνατότητα τροποποίησής της.

Ένας τέταρτος βασικός τομέας, που παρουσιάζει ιδιαίτερη ανά­πτυξη τα τελευταία χρόνια, είναι ο τομέας της Επικοινωνίας και της Πληροφόρησης. Προκειμένου η Αγωγή Υγείας να μπορεί να επιτελέσει το έργο της, δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στη διαμόρφωση ισχυ­ρών καναλιών επικοινωνίας με τον ενδιαφερόμενο πληθυσμό. Η δια­μόρφωση μιας τέτοιας ουσιαστικής και αμφίδρομης σχέσης, προϋποθέ­τει ειδικά επεξεργασμένες μεθόδους, που ο κλάδος της επικοινωνίας έχει αναπτύξει σημαντικά, συνεπικουρούμενος και από τα άλματα της τεχνολογίας στον τομέα αυτό.

 

2.3 Στόχοι αγωγής υγείας

Οι επιδιώξεις της Αγωγής Υγείας συγκεκριμενοποιούνται στους εξής βασικούς στόχους:

1.      Ευαισθητοποίηση

2.      Παροχή γνώσεων

3.      Ιεράρχηση αξιών

4.      Αλλαγή απόψεων

5.      Λήψη αποφάσεων

6.      Αλλαγή συμπεριφοράς

7.      Αλλαγή περιβάλλοντος

1. Ευαισθητοποίηση

Ο πρώτος στόχος ενός προγράμματος Αγωγής Υγείας, αφορά τη συνειδητοποίηση του κοινού ή του εκπαιδευόμενου σχετικά με την ύπαρξη ενός προβλήματος. Πολλές φορές, προκειμένου να επιτευχθεί η ευαισθητοποίηση - συνειδητοποίηση, πρέπει να δοθούν ορισμένες βασικές πληροφορίες ώστε να γίνει αντιληπτό το μέγεθος και η σημα­σία του προβλήματος, π.χ. πληροφορώντας το κοινό άτι κάθε τσιγάρο αφαιρεί κατά μέσο όρο 5 λεπτά από τη ζωή του καπνιστή, δίνεται μια πρώτη διάσταση του μεγέθους του προβλήματος.

 

2. Παροχή γνώσεων

Ο στόχος αυτός, αφορά την παροχή των απαραίτητων γνώσεων, σε Θέματα που έχει προηγηθεί μια πρώτη ευαισθητοποίηση. Το να γνωρί­ζει κανείς ότι κάποια καθημερινή συνήθεια είναι βλαβερή, δεν αρκεί για να πεισθεί για την ανάγκη καταπολέμησή της. Όταν μάλιστα απαι­τούνται ιδιαίτερες προσπάθειες, το κοινό ή το άτομο πρέπει να είναι εξοπλισμένο με τις γνώσεις εκείνες που θα του ενισχύσουν τη βού­ληση για δράση και που Θα κατευθύνουν τη δράση αυτή προς τη σω­στή κατεύθυνση.

 

3. Ιεράρχηση αξιών

Οι αξίες του καθένα, οι βασικές πεποιθήσεις του και η γενικότερη ιδεολογία του, αποτελούν σημαντικά κομμάτι του πολύπλοκου ανθρώπι­νου ψυχολογικού κόσμου και συμβάλλουν καθοριστικά στις εκάστοτε απόψεις που διαμορφώνει, στις αποφάσεις που παίρνει και στις πρά­ξεις που προβαίνει. Ο στόχος λοιπόν της ιεράρχησης αξιών, αποσκοπεί κυρίως στην αποσαφήνιση, στη διαμόρφωση ή τροποποίηση των αξιών που σχετίζονται με την υγεία. Πολλές φορές τα άτομα αγνοούν, παρα­γνωρίζουν ή υποτιμούν το τι είναι σημαντικό ή όχι για την υγεία τους, ή ακόμα την ίδια την μεγάλη αξία που έχει η υγεία τους για την ζωή τους.

 

4. Αλλαγή απόψεων

Ο στόχος αυτός, όπως και ο προηγούμενος, αφορά την τροποποί­ηση ορισμένων βασικών πεποιθήσεων. Η μόνη διαφορά είναι ότι οι από­ψεις αφορούν πλέον συγκεκριμένα ζητήματα της καθημερινής ζωής, που εξαρτώνται βέβαια από τις γενικότερες αξίες που έχουν υιοθετη­θεί. Επειδή όμως πρόκειται για πιο συγκεκριμένες τοποθετήσεις, οι απόψεις που υπάρχουν για ένα ζήτημα, καθορίζονται εκτός από τις αξίες και από τις πληροφορίες που παρέχονται και από την εκάστοτε συναισθηματική φόρτιση.

 

5. Λήψη αποφάσεων

Από τη στιγμή που το κοινό ή ένα άτομο, ευαισθητοποιηθεί γύρω από ένα θέμα υγείας, εξοπλιστεί με τις απαραίτητες γνώσεις, ιεραρχή­σει σωστά την αξία του και υιοθετήσει τις σωστές απόψεις, το επόμενο βήμα είναι να λάβει τις κατάλληλες αποφάσεις που θα βοηθήσουν στην επίλυση ή βελτίωση του προβλήματος. Η ,σημαντική αυτή διαδικα­σία στηρίζεται τόσο στην παροχή των απαραίτητων γνώσεων όσο και στη διαμόρφωση των κατάλληλων αξιών και απόψεων. Κάποιος αποφα­σίζει να μειώσει το βάρος του επειδή ακριβώς γνωρίζει τους κινδύ­νους που διατρέχει και επειδή οι αξίες και οι απόψεις του τον οδη­γούν στο να προτιμήσει τη διασφάλιση της υγείας του παρά να διακιν­δυνέψει να υποστεί τις βλαβερές συνέπειες της παχυσαρκίας.

 

6. Αλλαγή συμπεριφοράς

Η λήψη της κατάλληλης απόφασης, δεν οδηγεί πάντα και στην εκτέλεσή της. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για θέματα που η υλοποίηση μιας απόφασης συναντά εμπόδια και δυσκολίες, παρατηρείται συχνά εγκατάλειψη της προσπάθειας ή αποφυγή εκτέλεσής της. Γι ' αυτό και η Αγωγή Υγείας παρέχει τη βοήθεια που χρειάζεται το κοινό ή ένα άτομο, προκειμένου να επιτύχει την υλοποίηση μιας αλλαγής. Άλλω­στε η αλλαγή συμπεριφοράς, δηλαδή η επιτυχής εφαρμογή μιας ενερ­γητικής προσπάθειας, αποτελεί αναμφισβήτητα και το πιο σημαντικό συστατικό κάθε προγράμματος Αγωγής Υγείας.

 

7. Αλλαγή περιβάλλοντος

Ο τελευταίος αυτός στόχος, αποσκοπεί στην αναβάθμιση του φυ­σικού ή /και κοινωνικού περιβάλλοντος προκειμένου να μειωθούν οι περιβαλλοντολογικοί κίνδυνοι. και να διευκολυνθεί η υιοθέτηση των υγιεινών συμπεριφορών. Ο στόχος αυτός, περιλαμβάνει από αλλαγές μέσα στο σπίτι μέχρι και αλλαγές σ' όλη την κοινωνία. Οι γνώσεις, οι αξίες, οι απόψεις και οι πράξεις καθορίζονται σημαντικά από το κοινω­νικό και φυσικό περιβάλλον. Αν κάποιος περιβάλλεται συνέχεια από καπνιστές και βομβαρδίζεται με διαφημίσεις τσιγάρων, δύσκολα Θα κα­ταφέρει να μην υποκύψει στη συνήθεια του καπνίσματος.

 

 

          Όλοι οι παραπάνω στόχοι μπορούν να χωρισθούν σε τρεις βασι­κές κατηγορίες:

α. Στο τι θα θέλαμε να γνωρίζει το κοινό (στόχος 1, 2)

β. Στο τι θα θέλαμε να αισθανθεί (στόχος 3, 4, 5)

γ. Στο τι θα θέλαμε να πράξει (στόχος 6, 7)

Στα προγράμματα Αγωγής Υγείας, συνήθως υπάρχει συνδυασμός στόχων και από τις τρεις αυτές κατηγορίες. Για παράδειγμα, σε ένα πρόγραμμα για τη διάδοση του θηλασμού, συνυπάρχουν οι στόχοι για την πληροφόρηση κάθε μητέρας για τα πλεονεκτήματα του θηλασμού, οι στόχοι για την ανατροπή των λαθεμένων απόψεων σχετικά με το Θηλασμό και την παχυσαρκία και τέλος οι στόχοι της πρακτικής εκμά­θησης για την προετοιμασία της Θηλής ή για την αντιμετώπιση του πε­τρώματος του γάλακτος. Έτσι ο εκπαιδευτής υγείας, επεμβαίνει και στις γνώσεις και στις απόψεις και στις πρακτικές που σχετίζονται με το θηλασμό.

          Επίσης, η απαρίθμηση όλων των βασικών στόχων, δεν σημαίνει ότι κάθε πρόγραμμα Αγωγής Υγείας, πρέπει να περνάει διαδοχικά από τον ένα στόχο στον επόμενο. Είναι δυνατό κάποιος να δοκιμάσει μια νέα συμπεριφορά, όπως μια καθημερινή γυμναστική άσκηση και μετά επει­δή αισθάνεται σωματική και ψυχική ευεξία, να ενδιαφερθεί να μάθει περισσότερα ή να αναθεωρήσει τις σχετικές του απόψεις.

          Ακόμα, η επίτευξη κάθε στόχου δεν σημαίνει αυτόματα την επί­τευξη του επόμενου. Το κοινό μπορεί να γνωρίζει ότι το πολύ αλκοόλ βλάπτει, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι έτοιμο και να αναθεωρήσει τις σχετικές του απόψεις και συμπεριφορές. Κάθε στόχος της Αγωγής Υγείας Θέλει ιδιαίτερη προσπάθεια για να επιτευχθεί.

          Τέλος, πρέπει να τονιστεί ότι για διαφορετικά άτομα πρέπει να διαφοροποιούνται ανάλογα και οι εκάστοτε στόχοι. Ένα άτομο που προσέρχεται από μόνο του σ' ένα Κέντρο Υγείας για να αντιμετωπίσει την παχυσαρκία του, είναι ήδη ευαισθητοποιημένο και αποφασισμένο. Ενώ αντίθετα, σ' ένα σχολείο, πολλά παχύσαρκα παιδιά δεν έχουν επί­γνωση του προβλήματος και άρα Θα πρέπει να συμπεριληφθούν στο πρόγραμμα όλοι οι πρωταρχικοί στόχοι που αποσκοπούν στην ευαισθη­τοποίηση, στην παροχή γνώσεων και στην υιοθέτηση των σχετικών αξι­ών, απόψεων και αποφάσεων.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

bullet Catford J. and Nutbeam D. (1984): Towards α definition of health education and health promotion. Health Education Journal, 43: 38-45.
bullet David Κ. and Williams Τ. (1987): Health Education in Schools. Har­per & Row, London.
bullet Green C. (1987): What can Patient Educators Learn from 10 years of Compliance Research? Patient Education and Counselling, 10: 167-174.
bullet Ley Ρ. (1988): Communicating with Patients. Croom Helm, London.
bullet Strehlow M.S. (1983): Education for Health. Harper & Row, London.
bullet Tannahill Α. (1985): What is Health Promotion. Health Education Journal, 44: 167-168.

 

  
 

 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

 

Σχεδιασμός Προγραμμάτων Αγωγής Υγείας

Ε. Κακλαμάνη, Γ.Κ. Τούντας

 

3.1 Εισαγωγή

 

          Πριν από την εφαρμογή προγραμμάτων Αγωγής Υγείας, είναι απα­ραίτητος ο λεπτομερής και προσεκτικός σχεδιασμός τους. Κάθε σχε­διασμός περιλαμβάνει ορισμένους βασικούς τομείς, που ο καθένας απ' αυτούς πρέπει να αναλύεται και να καταγράφεται ξεχωριστά σαν ιδιαί­τερο κεφάλαιο του σχεδιασμού πριν από την εφαρμογή του προγράμ­ματος.

          Η εφαρμογή του προγράμματος που αποτελεί το δεύτερο και ση­μαντικότερο βήμα στην υλοποίηση της Αγωγής Υγείας, αποτελεί πιστή μεταφορά στην πράξη όσων έχουν διατυπωθεί γραπτά στα πλαίσια του σχεδιασμού.

          Το τρίτο και τελευταίο βήμα, είναι η αξιολόγηση κάθε προγράμμα­τος Αγωγής Υγείας, που αφορά όλα τα στάδια σχεδιασμού και εφαρμο­γής του και κυρίως την αποτίμηση των αποτελεσμάτων του. Ο τρόπος αξιολόγησης αποτελεί επίσης αντικείμενο του σχεδιασμού.

          Σχηματικά Θα μπορούσαμε να παραστήσουμε τα βήματα του σχε­διασμού, της εφαρμογής και της αξιολόγησης ενός προγράμματος Αγωγής Υγείας ως εξής:

  

 

 3.2 Στάδια σχεδιασμού

Ο σχεδιασμός προγραμμάτων Αγωγής Υγείας περιλαμβάνει τα εξής στάδια:

1. Ανάλυση της κοινότητας

2. Επισήμανση των αναγκών

3. Καθορισμός των στόχων

4. Αποτίμηση των πόρων

5. Περιγραφή της μεθοδολογίας

6. Σχεδιασμός της αξιολόγησης.

 

1. Ανάλυση της κοινότητας

        Ως κοινότητα μπορεί να Θεωρηθούν ομάδες ατόμων που δεν κα­θορίζονται μόνο γεωγραφικά, αλλά και από χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με το επάγγελμα, τη Θρησκεία, τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, τις κοινές ανάγκες κτλ. Οι κοινότητες αυτές ονομάζονται «Λειτουργικές Κοινότητες» . Αντίθετα, οι «Δομικές Κοινότητες» καθορίζονται από συ­γκεκριμένα γεωγραφικά σύνορα. Αποτελούνται δηλαδή, από ομάδες ατό­μων που ζουν σε μια οργανωμένη περιοχή, π.χ. οικισμούς, γειτονιές, ενορίες, χωριά, πόλεις, κράτη. Στις κοινότητες υπάρχουν ποικίλες αλ­ληλεπιδράσεις μεταξύ των ατόμων που τις αποτελούν, αλλά και επιδρά­σεις από εξωγενείς παράγοντες μόνιμους ή παροδικούς.

          Μια ολοκληρωμένη περιγραφή του πληθυσμού της κοινότητας πρέ­πει να περιλαμβάνει τα εξής:

          α. Ποσοτικά χαρακτηριστικά: Εάν δηλαδή πρόκειται για μεμονωμένα άτομα, για οικογένειες, πληθυσμό ενός χωριού ή μιας πύλης, ερ­γαζόμενους ενός κλάδου κλπ. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να κατα­γράφεται ο ακριβής αριθμός του πληθυσμού - στόχου.

          β. Ηλικία και φύλο: Ποια είναι η ηλικιακή σύνθεση του πληθυσμού, πόσοι άντρες και πόσες γυναίκες; Είναι αυτονόητο, πως αλλιώς θα αντιμετωπιστούν οι μαθητές ενός σχολείου και αλλιώς οι ηλικιωμέ­νοι ενός χωριού. 'Αλλα προβλήματα είναι πιο σημαντικά να θιγούν σ' ένα γυναικείο ακροατήριο και άλλα σ' ένα αντρικό.

          γ. Πολιτιστικά και γλωσσολογικά χαρακτηριστικά: Κάβε χώρα έχει τα ιδιαίτερα πολιτιστικά και γλωσσολογικά χαρακτηριστικά της, αλλά και πολλές φορές στην ίδtα χώρα υπάρχουν πληθυσμοί με διαφο­ρετικά πολιτιστικά χαρακτηριστικά και διαφορετικές γλώσσες ή δια­λέκτους. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να είναι γνωστά τα βασικά ήθη και έθιμα του πληθυσμού -στόχου, καθώς και οι γλωσσολογικές του ιδιαιτερότητες, ώστε να προσαρμόζεται ανάλογα η μεθοδολο­γία του προγράμματος.

          δ. Κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά: Η μόρφωση, το επάγγελμα, το εισόδημα, ο χώρος κατοικίας και όλα τα χαρακτηριστικά που καθορίζουν την κοινωνική προέλευση του πληθυσμού - στόχου, εί­ναι σημαντικά στοιχεία για το σχεδιασμό κάθε προγράμματος Αγωγής Υγείας.

            ε. Σχετικές γνώσεις και πείρα: Σπάνια ένας πληθυσμός τελεί σε πλήρη άγνοια σχετικά με το αντικείμενο του εκάστοτε προγράμμα­τος. Άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, υπάρχει μια σχετι­κή γνώση και εμπειρία γύρω από κάθε θέμα, που αφορά την υγεία. Πολλές φορές η γνώση αυτή στηρίζεται σε προκαταλήψεις ή ελλι­πή στοιχεία. Γι ' αυτό και είναι σκόπιμο να αξιολογούνται κάθε φο­ρά οι γνώσεις και οι εμπειρίες που υπάρχουν.

            στ. Υπάρχουσες στάσεις - συμπεριφορές: Οι στάσεις - συμπεριφο­ρές του πληθυσμού που σχετίζονται με το αντικείμενο του προ­γράμματος, είναι πολύ βασικά δεδομένα για το σωστό σχεδιασμό του. Υπάρχουν πληθυσμοί που ανταποκρίνονται με ενθουσιασμό σε προγράμματα Αγωγής Υγείας, όπως είναι τα παιδιά στις μικρότερες ηλικίες, σε αντίθεση με τους εφήβους που είναι πιο επιφυλακτικοί.

          ζ. Στάσεις σε εκπαιδευτικά ζητήματα: Άλλοι πληθυσμοί είναι πιο εξοικειωμένοι με ορισμένες εκπαιδευτικές μεθόδους και άλλοι με άλλες. Υπάρχουν άτομα που λόγω ιδιοσυγκρασίας δεν θέλουν να συμμετέχουν σε ομαδικές - συλλογικές διαδικασίες και προτιμούν μια απρόσωπη ενημέρωση ή επαφή με μεθόδους που δεν προϋπο­θέτουν τη συμμετοχή τους.

            η. Εκπαιδευτικό - πνευματικό επίπεδο: Το επίπεδο μόρφωσης του πληθυσμού - στόχου είναι καθοριστικής σημασίας για τον τρόπο σχεδιασμού της μεθοδολογίας. Ανάλογα με το εκάστοτε επίπεδο και τις εκπαιδευτικές ικανότητες πρέπει να σχεδιαστούν και οι ιδιαίτερες μέθοδοι του προγράμματος.

            θ. Γενικά χαρακτηριστικά υγείας: Πολλές φορές τα προβλήματα υγείας ενός πληθυσμού καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη δυνατό­τητά του να ανταποκριθεί στις μεθόδους ενός προγράμματος Αγω­γής Υγείας. Ηλικιωμένοι με δυσκολία στη μετακίνηση ή ανάπηροι, δεν μπορούν να παρακολουθήσουν μια δραστηριότητα που απαιτεί τη μετακίνησή τους εκτός της οικίας τους. Μειωμένη όραση εμποδίζει το διάβασμα κειμένων, μειωμένη ακοή την παρακολού­θηση μιας ομιλίας κλπ.

 

2. Επισήμανση των αναγκών

          Ο δεύτερος τομέας σχεδιασμού ενός προγράμματος Αγωγής Υγείας, είναι η επισήμανση των αναγκών του πληθυσμού, που καλείται το πρόγραμμα να ικανοποιήσει. Η επισήμανση των αναγκών, περιλαμβάνει μια πρώτη εκτίμηση των ειδικών προβλημάτων υγείας που υπάρ­χουν καθώς και το σχεδιασμό ειδικών ερευνών ή μεθόδων για τη συλ­λογή επιπρόσθετων στοιχείων και πληροφοριών.

          Για να σχεδιαστεί π.χ. ένα πρόγραμμα Αγωγής Υγείας για τη μείω­ση των εργατικών ατυχημάτων, είναι απαραίτητο να εκτιμηθεί η πραγ­ματική έκταση του προβλήματος. Πόσο εργατικά ατυχήματα συμβαίνουν, ποια συχνότητα παρουσιάζουν σε διάφορες κατηγορίες εργαζομέ­νων ή σε διάφορες ηλικίες εργαζομένων, ποιες είναι οι βασικές τους αιτίες, ποιες είναι οι επιπτώσεις τους κλπ.

          Απαντήσεις σ' αυτά τα ερωτήματα μπορούν να δοθούν από διαφο­ρετικές κάθε- φορά πηγές. Οι πιο σημαντικές απ' αυτές είναι:

 

α. Οι τακτικές στατιστικές σειρές της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.

β. Οι κοινωνικοί παράγοντες που χαρακτηρίζουν κάθε πληθυσμό.

γ. Οι περιβαλλοντολογικοί παράγοντες που χαρακτηρίζουν το χώρο που κινείται, ζει και εργάζεται ο κάθε πληθυσμός.

δ. Οι σχετικές απόψεις των ειδικών για κάθε ιδιαίτερο θέμα.

ε. Οι σχετικές απόψεις του κοινού για το πρόβλημα που το αφορά.

στ. Οι ειδικές επιδημιολογικές έρευνες.

 

          Σχετικά με τις επιδημιολογικές έρευνες, η σημασία τους είναι ιδιαίτερα σημαντική σ' ότι αφορά τη συλλογή νέων στοιχείων. Τόσο η περιγραφική επιδημιολογία με διάφορες μεθόδους, όπως τα ερωτηματολόγια, η επιτόπια έρευνα κλπ., όσο και η αναλυτική επιδημιολογία με τις πιο σύνθετες έρευνες (αναδρομικές, προοπτικές μελέτες και μελέ­τες παρέμβασης) δίνουν την επιστημονική δυνατότητα για την αξιολό­γηση κάθε συγκεκριμένου προβλήματος υγείας.

          Τέλος, για να υπάρξει μια ολοκληρωμένη αντίληψη των αναγκών θα πρέπει να απαντηθούν τα ακόλουθα 4 ερωτήματα:

α) Τι είδους ανάγκη είναι;

β) Ποιος αποφασίζει ότι υπάρχει ανάγκη;

γ) Που βασίζεται αυτή η απόφαση;

δ) Αποτελεί το πρόγραμμα απάντηση σ' αυτήν την ανάγκη;

          Τα ερωτήματα αυτά είναι βασικά γιατί όλες οι ανάγκες υγείας δεν είναι ίδιες. Επίσης ο χαρακτήρας των αναγκών, πολλές φορές καθορίζεται διαφορετικά, ανάλογα με το ποιοι αποφασίζουν και με το που στηρίζουν την απόφασή τους. Αλλιώς αντιλαμβάνονται το πρόβλημα της υπέρτασης οι γιατροί που γνωρίζουν τις επιπτώσεις της, και αλ­λιώς ο πληθυσμός που όσο δεν έχει συμπτώματα συχνά αδιαφορεί. Το τελευταίο ερώτημα, είναι επίσης σημαντικό, γιατί πολλές φορές ένα πρόγραμμα Αγωγής Υγείας αποτυγχάνει, επειδή ακριβώς δεν σχεδιά­στηκε προσεκτικά σε αντιστοιχία με την πραγματική φύση και το μέγε­θος των προβλημάτων που επεδίωκε να επιλύσει.

 

 

3. Καθορισμός των στόχων

          Το στάδιο αυτό του σχεδιασμού, Θα πρέπει να καταγράφονται οι στόχοι που θα περιλαμβάνει το πρόγραμμα καθώς και μια σύντομη πε­ριγραφή του κάθε στόχου. 'Οπως ήδη τονίστηκε, δεν είναι απαραίτητο κάθε πρόγραμμα να περιλαμβάνει όλους τους στόχους ούτε οι στόχοι να έχουν την ίδια σειρά ακολουθίας. Ποιοι στόχοι λοιπόν επιλέγονται και με ποια σειρά, είναι μια βασική επιλογή του σχεδιασμού.

          Στη συνέχεια Θα πρέπει να περιγραφεί όσο γίνεται πιο συγκεκριμέ­να τι ακριβώς θα πρέπει:

α. να γνωρίζει ο πληθυσμός - στόχος

β. να αισθανθεί ο πληθυσμός - στόχος

γ. να πράξει ο πληθυσμός - στόχος

          Εάν για παράδειγμα, σ' ένα αντικαπνιστικό πρόγραμμα, έχει συ­μπεριληφθεί ο στόχος της παροχής γνώσεων, Θα πρέπει στο στάδιο αυτό του σχεδιασμού, να καταγραφεί συγκεκριμένα ποια νοσήματα Θα αναφερθούν ότι σχετίζονται με το κάπνισμα, σε τι βάθος θα προχωρή­σει η παρουσίαση των παθολογο-φυσιολογικών μηχανισμών, τι έκταση Θα δοθεί στην παρουσίαση στατιστικών και επιδημιολογικών στοιχείων κτλ. Ανάλογη λεπτομερειακή περιγραφή των επιδιώξεων του προγράμ­ματος Θα πρέπει να γίνει για κάθε έναν από τους στόχους που επιλέ­γονται.

4.   Αποτίμηση των πόρων

          Για τη διεξαγωγή του προγράμματος Αγωγής Υγείας Θα πρέπει να αποτιμηθούν οι ειδικοί πόροι που διαθέτει η κοινότητα ή ο ίδιος ο πληθυσμός - στόχος, καθώς και οι πόροι που προέρχονται από εξωτερικές πηγές. Οι πόροι χωρίζονται σε υλικούς και ανθρώπινους. Οι υλι­κοί πόροι περιλαμβάνουν χρήματα, εξοπλισμό, κτιριακές ευκολίες κτλ.

 

 

          Στους ανθρώπινους πόρους συμπεριλαμβάνονται συνήθως οι εξής κα­τηγορίες:

          α) Εκπαιδευτές Υγείας: Πρέπει ο σχεδιασμός να αναφέρει συγκε­κριμένα πόσοι εκπαιδευτές υγείας Θα χρησιμοποιηθούν καθώς και την πείρα, τις γνώσεις, τις ικανότητες, το διαθέσιμο χρόνο κλπ., που Θα πρέπει να διαθέτουν.

          β) 'Αλλα στελέχη: Κάθε πρόγραμμα εκτός από τους εκπαιδευτές υγείας, που φέρνουν την κύρια ευθύνη, στηρίζεται συχνά και σε άλ­λους επιστήμονες (γενικούς γιατρούς, επιδημιολόγους, ψυχολόγους κλπ.) καθώς και σε γραμματειακό, διοικητικό και τεχνικό προσωπικό.

          γ) Πληθυσμός - στόχος: Πολλές φορές είναι χρήσιμο, για την εκτέλεση ενός προγράμματος να αξιοποιούνται και τα άτομα από τον πληθυσμό - στόχο. Η διαδικασία αυτή, που μπορεί να είναι είτε εθελοντική είτε επ' αμοιβή, είναι σκόπιμη γιατί η συμμετοχή του κοινού πολλές φορές καλύπτει κενά και ανάγκες οργανωτικές και πρακτικές που δύσκολα θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν διαφορετικά.

          δ) 'Ατομα που επηρεάζουν τον πληθυσμό: Στο σχεδιασμό των ανθρώπινων πόρων πρέπει να περιλαμβάνονται και όσα άτομα επηρεά­ζουν τον πληθυσμό - στόχο σε ότι αφορά το αντικείμενο του προγράμματος. Θα ήταν μεγάλη παράλειψη αν, για παράδειγμα, ένα πρό­γραμμα διατροφής για τα παιδιά, δεν επιστράτευε τους γονείς ή τους δασκάλους, προκειμένου να περάσει τα απαραίτητα μηνύματα ή να ενισχύσει τις επιθυμητές συμπεριφορές.

          Επιπρόσθετα, στο στάδιο αυτό του σχεδιασμού, Θα πρέπει να κα­ταγραφούν και οι ανασταλτικές δυνάμεις ή τα διάφορα εμπόδια που υπάρχουν ή που πιθανόν να προκύψουν. Η έλλειψη χρημάτων, η ανεπάρκεια του προσωπικού ή η αρνητική στάση ορισμένων φορέων κτλ. εάν εκτιμηθούν στα πλαίσια του σχεδιασμού, θα διευκολυνθεί η αποτε­λεσματική αντιμετώπισή τους.

 

5. Περιγραφή μεθοδολογίας

 

          Το στάδιο του σχεδιασμού της μεθοδολογίας αποτελεί ίσως το σημαντικότερο τμήμα του σχεδιασμού, γιατί από τις μεθόδους που 6α επιλεγούν και από τον τρόπο που Θα εφαρμοστούν, κρίνεται σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία του προγράμματος.

          Η επιλογή της μεθοδολογίας πρέπει να είναι απόρροια των απαντή­σεων στα 3 ακόλουθα ερωτήματα:

α) Ποια είναι τα ενδεικνυόμενα μέσα;

β) Ποια είναι τα πιο αποδεκτά μέσα;

γ) Ποια είναι τα πιο οικεία μέσα;

          Η απάντηση στην πρώτη ερώτηση, δίνεται από τη θεωρία της Αγω­γής Υγείας, όπου για κάθε στόχο, υπάρχουν ορισμένα μέσα που ενδεί­κνυται. Πολλές φορές, οι ιδιαιτερότητες του πληθυσμού (ηλικία, φύλλο, μορφωτικά επίπεδο κτλ.), μπορεί να καθιστούν ορισμένα από τα μέσα που προτείνει η εωρία τελείως ακατάλληλα. Σε παιδιά που δεν ξέ­ρουν να διαβάζουν ακόμα, δεν έχει νόημα να μοιραστούν γραπτά κεί­μενα, όσο και αν η θεωρία τα προτείνει σαν κατάλληλα μέσα για την παροχή γνώσεων. Ακόμα, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην επιλογή των μέσων και η απάντηση στο τρίτο ερώτημα. Με ποια δηλαδή μέσα και μεθόδους, οι εκπαιδευτές υγείας, είναι πιο εξοικειωμένοι, ώστε να μπορούν να τα εφαρμόσουν με επιτυχία.

 

 

 

 

6. Σχεδιασμός της αξιολόγησης

          Ο σχεδιασμός της αξιολόγησης ενός προγράμματος Αγωγής Υγείας αποτελεί το τελευταίο στάδιο του σχεδιασμού. Η υπόθεση της αξιολόγησης αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικ6 κεφάλαιο στη σωστή εφαρμογή κάθε προγράμματος και υπηρεσίας υγείας, γιατί είναι ο μό­νος τρόπος με τον οποίο δίνεται η δυνατότητα να επισημανθούν τα λά­θη ή οι παραλείψεις, να πραγματοποιηθούν οι αναγκαίες τροποποιήσεις και βελτιώσεις και κυρίως να εκτιμηθεί κατά πόσο επιτεύχθηκαν οι αρ­χικές επιδιώξεις και κατά πόσα επήλθαν τα προσδοκώμενα οφέλη. Σε ότι αφορά τον τρόπο αξιολόγησης, η αξιολόγηση δεν μετρά μόνο τα αποτελέσματα, που είναι το τελικό προί6ν ενός προγράμματος, αλλά και τη διαδικασία του προγράμματος καθώς και κάθε ενδιάμεσο στόχο κατά την πορεία εφαρμογής του.

          Στην αξιολόγηση της διαδικασίας, αξιολογούνται οι πόροι και οι υπάρχουσες δυνατότητες, σ' ότι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό, την υλικοτεχνική υποδομή κλπ., καθώς και οι διαδικασίες που επιλέγονται για την εφαρμογή του προγράμματος. Αν δηλαδή υπήρχαν επαρκή εποπτικά μέσα, αν τα φυλλάδια ήταν καλοτυπωμένα, εάν οι ομιλητές κράτησαν το ενδιαφέρον του ακροατηρίου κλπ.

        Στην αξιολόγηση του αποτελέσματος ενός προγράμματος, ο απώ­τερος στόχος είναι η μέτρηση της μείωσης του προβλήματος και η βελτίωση της υγείας. Στην αξιολόγηση π.χ. ενός προγράμματος πρό­ληψης των τροχαίων ατυχημάτων, μετράται ο βαθμός μείωσης των τροχαίων ατυχημάτων μετά την εφαρμογή του προγράμματος ή το πο­σοστά μείωσης των θανάτων από τροχαία. Η επιτυχία του προγράμμα­τος δεν κρίνεται όμως από το αν επήλθε ή όχι μείωση του προβλήμα­τος, αλλ6 αν η μείωση που επήλθε ήταν του μεγέθους που αναμένο­νταν και που είχε προγραμματιστεί. Γι ' αυτό, είναι απαραίτητο για τη σωστή αξιολόγηση των αποτελεσμάτων ενός προγράμματος Αγωγής Υγείας, να υπάρχουν προκαθορισμένοι και συγκεκριμένοι στόχοι και με βάση το βαθμό επίτευξής τους να αποτιμάται: η επιτυχία του κάθε προγράμματος.

          Εκτός όμως από την αξιολόγηση της μείωσης του προβλήματος, η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων περιλαμβάνει και τη μέτρηση του βαθ­μού επίτευξης και όλων των ενδιάμεσων στόχων κάθε προγράμματος. Εάν π.χ. υπάρχει ο στόχος της παροχής γνώσεων, θα πρέπει να αξιο­λογηθεί σε ποιο βαθμό επιτεύχθηκε ο στ6χος αυτός, μετρώντας πόσο αυξήθηκαν οι γνώσεις του πληθυσμού - στόχου μετά την εφαρμογή του προγράμματος. Το ίδιο ισχύει και για τους υπόλοιπους στόχους Της Αγωγής Υγείας.

          Η αξιολόγηση τόσο της διαδικασίας όσο και των αποτελεσμάτων μπορεί να πραγματοποιηθεί:

α. Από τους ίδιους τους εκπαιδευτές υγείας (αυτο-αξιολόγηση).

β. Από επιστήμονες ειδικευμένους στο αντικείμενο του προγράμματος (αξιολόγηση ειδικών).

γ. Από τον ίδιο τον πληθυσμό (γνώμη και αντιδράσεις) που απευθύνε­ται το πρόγραμμα (αξιολόγηση κοινού).

          'Οσον αφορά τη μεθοδολογία της αξιολόγησης, υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα μεθόδων. Οι πιο συνηθισμένες και βασικές προσεγγίσεις έχουν να κάνουν με δύο κα­τηγορίες συγκρίσεων:

 

 

α. Με μετρήσεις πριν την εφαρμογή του προγράμματος που συγκρίνο­νται με μετρήσεις μετά την εφαρμογή.

β. Με μετρήσεις σε μια περιοχή ή σ' έναν πληθυσμό όπου δεν εφαρ­μόζεται το πρόγραμμα, που συγκρίνονται με μετρήσεις σε μια αντί­στοιχη περιοχή ή πληθυσμό όπου εφαρμόζεται το υπ6 αξιολόγηση πρόγραμμα.

 

          Ο συνδυασμός αυτών των δύο προσεγγίσεων είναι ο πιο αποτελε­σματικός τρόπος αξιολόγησης.

          Οι μετρήσεις και στις δύο περιπτώσεις συνήθως πραγματοποιού­νται με τους εξής τρόπους:

α. Άμεση επιτόπια παρατήρηση και καταγραφή

β. Ειδικά ερωτηματολόγια

γ. Ειδικές προφορικές συνεντεύξεις

δ. Διάφορα ειδικά τεστ

ε. Τακτικοί δείκτες (αρχεία, στατιστικές σειρές κλπ.)

στ. Επιδημιολογικές έρευνες

ζ. Κλινικές και εργαστηριακές εξετάσεις

          Σε κάθε περίπτωση πρέπει να επιλέγεται εκείνος ο τρόπος αξιολό­γησης ή εκείνος ο συνδυασμός διαφόρων τρόπων που να ανταποκρίνε­ται καλύτερα σ' αυτό που πρέπει να μετρηθεί και στα μέσα και στις δυνατότητες του εκάστοτε προγράμματος Αγωγής Υγείας.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Adams L. and Smithies J. (1990): Community Participation and Health Promotion. Health Education Authority, London.

Anderson D.C. (ed.) (1979): Health Education in Practice. Croom Helm, London.

Green L.W., Kreuter M.W., Deeds S.E., Partridge Κ.Β. (1980): Health Education Planning: Α Diagnostic Approach. Mayfield, Palo Alto. Nutbeam D., Smith C., Catford J. (1990): Evaluation in health edu­cation. Jounal of Epidemiology and Community Health, 44: 83-86.

Tones Κ., Tilford S., Robinson Υ. (1990): Health Education: Effecti­veness and Efficiency. Champan & Hall, London.

 

 

 

 


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Μεθοδολογία Αγωγής Υγείας

 Γ.Κ. Τούντας

4.1 Εισαγωγή

          Η Αγωγή Υγείας χρησιμοποιεί ένα ευρύ φάσμα μεθόδων και τεχνι­κών για την επίτευξη των στόχων της. Η χρησιμοποίηση κάθε φορά των προσφορότερων μεθόδων στηρίζεται στην εκπαιδευτική αρχή ότι η χρησιμοποίηση περισσότερων μεθόδων είναι πιο αποτελεσματική εκπαι­δευτική διαδικασία από την εμμονή σε μια μόνο μέθοδο. Ακόμα και όταν μια συγκεκριμένη μέθοδος έχει αποδεδειγμένη αποτελεσματικό­τητα και με την οποία οι εκπαιδευτές υγείας είναι ιδιαίτερα εξοικειω­μένοι, ο εμπλουτισμός της με άλλες εκπαιδευτικές μεθόδους πρέπει να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.

          Οι διάφορες μέθοδοι Αγωγής Υγείας μπορεί να ταξινομηθούν σε δύο βασικές κατηγορίες. Μια πρώτη που περιλαμβάνει τις μεθόδους επικοινωνίας, όπως είναι οι διαλέξεις, η ατομική διδασκαλία, τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, τα οπτικοακουστικά μέσα, η εκπαιδευτική τηλεό­ραση και ορισμένες τεχνικές προγραμματισμένης εκμάθησης. Οι μέθο­δοι της πρώτης αυτής κατηγορίας χρησιμεύουν κυρίως στην επίτευξη των δύο πρώτων στόχων της Αγωγής Υγείας, στην ευαισθητοποίηση του κοινού και στην παροχή γνώσεων.

          Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει διάφορες εκπαιδευτικές μεθό­δους που χρησιμεύουν κυρίως στην αλλαγή στάσεων και συμπεριφορών του κοινού. Στις μεθόδους αυτές συγκαταλέγονται η ανάπτυξη ικανοτήτων, τα ειδικά παιχνίδια, η εκμάθηση με την παρατήρηση και την αναζή­τηση, η δουλειά σε ομάδες, η χρήση προτύπων και διάφορες τεχνικές ελέγχου της συμπεριφοράς.

 

 

4.2 Μέθοδοι Επικοινωνίας

4.2.1 Διαλέξεις

          Οι διαλέξεις αποτελούν μια από τις παλαιότερες και πιο προσφι­λείς μεθόδους διδασκαλίας. Στο παρελθόν, οι διαλέξεις μαζί με τα έντυπα ήταν σχεδόν οι μοναδικές μέθοδοι υγειονομικής διαφώτισης. Σήμερα, στα πλαίσια της Αγωγής Υγείας, συνεχίζουν να αποτελούν μια διαδεδομένη μέθοδο. Η ευρεία τους χρήση οφείλεται στο γεγονός ότι είναι εύκολη μέθοδος, οικονομική, προσαρμόσιμη και πρακτική. Οι δια­λέξεις χρησιμεύουν στη μετάδοση πληροφοριών, ευαισθητοποιούν και προβληματίζουν, προσφέρονται για την εισαγωγή ευρύτερων προγραμ­μάτων Αγωγής Υγείας, στην επεξήγηση πιο σύνθετων τεχνικών και με­θόδων και αποτελούν συχνά τη μόνη λύση, όταν το κοινό δεν είναι σε Θέση να αξιοποιήσει άλλα μέσα (π.χ. φυλλάδια σε αναλφάβητους).

          Το βασικό μειονέκτημα των διαλέξεων είναι ότι δεν είναι τόσο αποτελεσματική μέθοδος, όσο συχνά πιστεύεται, ακόμα και για την πα­ροχή γνώσεων. Γι ' αυτό και η κατάχρηση των διαλέξεων στα πλαίσια της παραδοσιακής σχολικής ή ακαδημαϊκής διδασκαλίας δεν εξυπηρε­τεί τους εκάστοτε εκπαιδευτικούς στόχους. Μελέτες αξιολόγησης έχουν καταδείξει μεν την επάρκεια των διαλέξεων στη μετάδοση συ­γκεκριμένων πληροφοριών, χωρίς όμως να διαπιστώνεται υπεροχή της μεθόδου έναντι άλλων μεθόδων, όπως είναι οι ομάδες συζήτησης, η εκπαιδευτική τηλεόραση, οι κινηματογραφικές ταινίες κ.ά. 'Αλλες μελέ­τες αξιολόγησης διαπίστωσαν μικρότερη αποτελεσματικότητα των διαλέ­ξεων, όταν ο στόχος του προγράμματος είχε περισσότερο να κάνει με την αλλαγή στάσεων και την απόκτηση ειδικών ικανοτήτων και λιγότερο με τη μετάδοση γνώσεων.

          'Αλλα μειονεκτήματα της μεθόδου σχετίζονται με το γεγονός ότι οι διαλέξεις προάγουν τη μονόδρομη επικοινωνία εκπαιδευτή - κοινού και αναπαράγουν παραδοσιακές μορφές εκπαίδευσης που αντιστρατεύονται τη σύγχρονη φιλοσοφία της Αγωγής Υγείας, καθιστώντας το κοινό παθητικό δέκτη και αντικείμενο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, αντί για ενεργό υποκείμενο και συνδιαμορφωτή του περιεχομένου της. Για όλους αυτούς τους λόγους, οι διαλέξεις πρέπει να περιορίζονται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που πράγματι ενδείκνυνται και εφ' όσον είναι δυνατόν, Θα πρέπει να συνδυάζονται και με άλλες μεθό­δους.

          ' Ενας σχετικά απλός τρόπος για τον εμπλουτισμό των διαλέξεων είναι η χρήση των ερωταπαντήσεων και της ευρύτερης συζήτησης. Οι ερωτήσεις του εκπαιδευτή προς το κοινό ή του κοινού προς τον εκπαιδευτή άλλοτε μπορεί να γίνονται σκόρπιες κατά τη διάρκεια της διά­λεξης και, άλλοτε σε καθορισμένο χρόνο στη μέση ή στο τέλος της διάλεξης. Ο ρόλος των ερωτήσεων και της συζήτησης που οι ερωτή­σεις μπορούν να πυροδοτήσουν, συμβάλλει σημαντικά στην ενεργό συμμετοχή του κοινού και ως εκ τούτου πρέπει να αποτελούν σταθε­ρή επιδίωξη. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, έχει Θεσπιστεί η μεικτή μέθοδος διαλέξεων - συζήτησης (lecture - discussion session), με διαπιστωμένα θετικά αποτελέσματα.

 

4.2.2 Ατομική Διδασκαλία

          Η ατομική διδασκαλία (individual instruction) και η παροχή προ­σωπικών οδηγιών (couseling) έχει χρησιμοποιηθεί σαν μέθοδος Αγω­γής Υγείας σε νοσηλευόμενους ασθενείς και σε προγράμματα στην κοινότητα, στα πλαίσια επισκέψεων στα σπίτια. Η μέθοδος αυτή, όπως το υποδηλώνει και η ονομασία της, αποτελεί την εκπαιδευτική διαδικα­σία, κατά την οποία ο εκπαιδευτής βρίσκεται «πρόσωπο με πρόσωπο» με ένα μόνο εκπαιδευόμενο κάθε φορά, γι ' αυτό και αποτελεί την πλέ­ον προσωποποιημένη απ' όλες τις μεθόδους της Αγωγής Υγείας.

          Αυτό το χαρακτηριστικό κάνει τη μέθοδο της ατομικής διδασκα­λίας ιδιαίτερα χρήσιμη στις περιπτώσεις εκείνες όπου υπάρχουν μεγά­λες διαφορές ανάμεσα στα άτομα που αποτελούν τον πληθυσμό - στόχο. Οι διαφορές μπορεί να σχετίζονται με το ίδιο πρόβλημα, με ιδιαι­τερότητες γενικότερου χαρακτήρα ή με δυσκολίες πρακτικής εφαρμο­γής ενός συλλογικού προγράμματος. Εάν, για παράδειγμα, σ' ένα πρόγραμμα κατά της παχυσαρκίας υπάρχουν ψυχογενή ή παθολογικά αίτια σε μεμονωμένες μόνο περιπτώσεις, τότε τα άτομα αυτά μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο μέσα από την εξατομικευμένη επαφή και τη διαπροσωπική διδασκαλία. Το ίδιο ισχύει αν στο κοινό υπάρχουν σημα­ντικές γλωσσικές ιδιαιτερότητες ή μορφωτικές ανισότητες, καθώς και όταν γεωγραφικοί ή άλλου είδους φραγμοί εμποδίζουν τη συνεύρεση των εκπαιδευόμενων σ' ένα κοινό τόπο και χρόνο.

 

 

          Από τις μελέτες αξιολόγησης της μεθόδου έχει διαπιστωθεί ότι η ατομική διδασκαλία είναι μικρής αποδοτικότητας από τη σκοπιά του παραγόμενου εκπαιδευτικού έργου για το σύνολο του πληθυσμού, αλλά πολύ αποτελεσματική για τον κάθε εκπαιδευόμενο. Σε ασθενείς, η ατομική διδασκαλία με τη μορφή της παροχής οδηγιών από τον γιατρό, τη νοσηλεύτρια ή άλλους επαγγελματίες υγείας αποτελεί την παλαιό­τερη και, σύμφωνα με τη μελέτη της American Hospital Association, την πιο προσφιλή μέθοδο Αγωγής Υγείας στα νοσηλευτικά ιδρύματα των ΗΠΑ. Στα σχολεία, η ατομική διδασκαλία έχει χρησιμοποιηθεί συ­χνά, για να βοηθηθούν μαθητές με ειδικά προβλήματα εκμάθησης κα­θώς επίσης και για να επιταχυνθεί η εξέλιξη μαθητών με ιδιαίτερες ικανότητες.

        Μια σχετικά πρόσφατη παραλλαγή της μεθόδου αποτελεί η εφαρ­μογή τηλεφωνικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων, χάρη στα οποία οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητούν πληροφορίες τηλεφωνικά για ορι­σμένα νοσήματα, όπως ο καρκίνος ή το AIDS.

 

4.2.3 Μέσα μαζικής επικοινωνίας

 

          Τα μέσα μαζικής επικοινωνίας (ΜΜΕ) είναι τα κανάλια επικοινωνίας που απευθύνονται σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού. Τα πιο συνήθη ΜΜΕ είναι η τηλεόραση, το ραδιόφωνο, ο ημερήσιος και περιοδικός τύπος, τα βιβλία και οι διαφημίσεις σε δημόσιους - ανοιχτούς χώρους. Τα μέσα αυτά, εκτός από το 6τι απευθύνονται σε μεγάλους πληθυσμούς, χαρακτηρίζονται και από τη μετάδοση σχετικά απλών πληροφοριακών μηνυμάτων που συνήθως αποτελούν μια αυτοτελή πληροφοριακή μονά­δα. Η δύναμή τους, ειδικά της τηλεόρασης, είναι σημαντική όσον αφο­ρά την ευαισθητοποίηση του κοινού και την παροχή γνώσεων. Είναι, επίσης, πολύ αποδοτικά μέσα γιατί, ενώ η παραγωγή τους είναι δαπα­νηρή, έχουν χαμηλό κόστος ανά μονάδα καταναλωτή (ή εκπαιδευ6με­νου στην περίπτωση εκπαιδευτικών μηνυμάτων). Δεν είναι λοιπόν τυ­χαίο, που τα ΜΜΕ αποτελούν σήμερα τα κύρια διαφημιστικά και γενικό­τερα επικοινωνιακά μέσα. 'Ομως, τα ΜΜΕ, ενώ ευαισθητοποιούν και αυξάνουν τις γνώσεις του κοινού στα Θέματα υγείας, δεν έχουν μεγά­λη επίδραση στην αλλαγή στάσεων και συμπεριφοράς. Σε μια κλασσική μελέτη για το ρόλο των ΜΜΕ στη δημόσια υγεία, διαπιστώθηκαν σαν βασικά οφέλη, η αύξηση των γνώσεων, η ενίσχυση των ήδη εμπεδωμέ­νων στάσεων και η αλλαγή της συμπεριφοράς, μόνο εφόσον υπήρχε μια ευνοϊκή ψυχολογική προδιάθεση. 'Εχει, επίσης διαπιστωθεί, ότι οι θετικές επιδράσεις που επιτυγχάνονται στη στάση και στη συμπεριφο­ρά, είναι συνήθως βραχυπρόθεσμης διάρκειας και έχουν αποτελεσματι­κότητα στην πρώτη φάση των προγραμμάτων Αγωγής Υγείας, όταν δη­λαδή ένα τμήμα του πληθυσμού - στόχου είναι σχετικά ώριμο να ανταποκριθεί, χωρίς να απαιτούνται πιο σύνθετες εκπαιδευτικές μέθο­δοι.

 

          'Αλλα μειονεκτήματα των ΜΜΕ είναι ότι απαιτούν πριν από τη χρή­ση τους μελέτη της αγοράς, που είναι συνήθως χρονοβόρα και δαπα­νηρή, καθώς και ειδικευμένο προσωπικό και μελετημένη προετοιμασία. Ακόμα, τα ΜΜΕ, όταν προβάλλουν ένα θέμα υγείας, προκαλούν μερι­κές φορές αντιδράσεις ή/και αντίθετα αποτελέσματα. Οι αντιδράσεις μπορεί να οφείλονται στο γεγονός ότι το κοινό πολλές φορές εκτίθε­ται στα σχετικά μηνύματα χωρίς τη δική του εκλογή και συγκατάθεση και συνεπώς μπορεί να βρίσκεται σε αρνητική και απορριπτική διάθεση. 'Αλλοτε πάλι, όταν τα ΜΜΕ καταπιάνονται με μια αντικοινωνική συ­μπεριφορά (βία, ναρκωτικά κ.ά.), μερικές φορές βοηθούν στη διάδοσή της σε ευρύτερα στρώματα επειδή μπορεί να λειτουργήσει σαν αντι­πρότυπο που έλκει ορισμένες κατηγορίες νέων.

          Το ραδιόφωνο έχει επίσης ένα μαζικό κοινό, αλλά σε αντίθεση με την τηλεόραση είναι πολύ πιο επιλεκτικό μέσο που προσαρμόζεται εύ­κολα σε κάθε τοπικό κοινό. Το κόστος ανά μονάδα χρόνου για το ραδιόφωνο είναι ιδιαίτερα μικρό, ενώ η αποτελεσματικότητά του είναι με­γαλύτερη σε πληθυσμούς με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο. Οι εφημερί­δες είναι ακόμα πιο εκλεκτικό μέσο επικοινωνίας που αντιστοιχεί σε διάφορα μεγέθη πληθυσμού, από τοπικό μέχρι και διεθνές και που διαθέτει ισχυρούς δεσμούς με το αναγνωστικό κοινό. Το κοινό των εφημερίδων τις εμπιστεύεται κατά κανόνα περισσότερο από τα άλλα ΜΜΕ. Τα περιοδικά είναι τα πιο επιλεκτικά μέσα, μια και απευθύνονται σε πολύ πιο ειδικό κοινό. Η αναγνωσιμ6τητά τους αυξάνει με το εισό­δημα και το μορφωτικό επίπεδο του αναγνωστικού κοινού, γι' αυτό και είναι πιο αποτελεσματικά μέσα στα ανώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Η διαφήμιση σε ανοικτούς χώρους θεωρείται η παλαιότερη μέθοδος μαζικής επικοινωνίας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να φτά­σει το μήνυμα σ' ένα πλατύ μη διαφοροποιημένο κοινό ή και σε πιο ειδικούς πληθυσμούς - στόχους. Η χρήση των μέσων συγκοινωνίας για την προβολή μηνυμάτων θεωρείται πιο οικονομικός αλλά λιγότερο απο­τελεσματικός τρόπος δημόσιων διαφημίσεων, μια που λιγότεροι από τους μισούς χρήστες των συγκοινωνιών τις παρατηρούν. 'Ενα άλλο μέ­σο μαζικής επικοινωνίας, είναι η ταχυδρόμηση διαφημιστικών επιστο­λών, οι οποίες είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικές αλλά και αρκετά δαπα­νηρές σαν μέθοδος επικοινωνίας ανά μονάδα παραλήπτη.

          Με βάση όλες τις παραπάνω διαπιστώσεις, είναι φανερό πως τα ΜΜΕ μπορεί να βοηθήσουν την Αγωγή Υγείας, όχι όμως ως προς το σύνολο των στόχων της και των επιδιώξεών της. Γι ' αυτό και Θα πρέπει τα ΜΜΕ να αξιοποιούνται σε συνδυασμό και με άλλες εκπαιδευτι­κές μεθόδους. Οι περιορισμοί όμως αυτοί, δεν θα πρέπει να αποτελέ­σουν εμπόδιο για την παραπέρα εξάπλωση της χρήσης των ΜΜΕ στα προγράμματα Αγωγής Υγείας, η οποία παραμένει περιορισμένη μέχρι σήμερα για οικονομικούς και τεχνικούς λόγους.

 

4.2.4  Οπτικοακουστικά μέσα

          Τα οπτικοακουστικά μέσα περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα διαφο­ρετικών μεθόδων εκπαίδευσης και επικοινωνίας. Ορισμένα από τα οπτι­κοακουστικά μέσα είναι μόνο οπτικά (συγγράμματα, φυλλάδια, προκηρύξεις, χάρτες, αφίσες, βουβές κινηματογραφικές ταινίες, slides, διαφά­νειες, πίνακες, άλλα είναι μόνο ακουστικά (κασέτες, δίσκοι) και ορισμέ­να συνδυάζουν το οπτικό με το ακουστικό στοιχείο (ομιλούσες ταινίες, βίντεο, συνδυασμός διαφανειών με ήχο, οπτικοί δίσκοι κ.ά.).

          Τα οπτικοακουστικά μέσα μοιάζουν ως προς ορισμένα τους χαρα­κτηριστικά με τα ΜΜΕ, έχουν όμως και σημαντικές διαφορές. Απευθύ­νονται συνήθως σ' ένα πιο περιορισμένο κοινό, όπως είναι οι μαθητές μιας τάξης, οι ασθενείς μιας νοσηλευτικής μονάδας, οι εργαζόμενοι σ' ένα εργοστάσιο. Δεν επαρκούν από μόνα τους σαν μέθοδος Αγω­γής Υγείας, ακόμα και για την παροχή γνώσεων, γι ' αυτό και χρησιμο­ποιούνται πάντα συμπληρωματικά με άλλες βασικές μεθόδους (διαλέ­ξεις, δουλειά σε ομάδες, ειδικά παιχνίδια κ.ά.).

          Τα εκπαιδευτικά συγγράμματα πλεονεκτούν ως προς την ποσότητα των πληροφοριών και των γνώσεων που παρέχουν, μειονεκτούν όμως στο γεγονός ότι το επίπεδό τους είναι συνήθως υψηλότερο από το επίπεδο του κοινού που τα χρησιμοποιεί και παραμένει αμετάβλητο σε σχέση με το κοινό που συνέχεια μεταβάλλεται και εξελίσσεται. Πρό­βλημα τέλος, δημιουργούν και οι διαφοροποιήσεις περιεχομένου και γραφής που παρατηρούνται ανάμεσα στα διάφορα συγγράμματα που απευθύνονται στο ίδιο κοινό.

          Το ίδιο πρόβλημα αναντιστοιχίας εκπαιδευτικού μέσου και κοινού, έχει παρατηρηθεί και για άλλα έντυπα μέσα, όπως είναι τα φυλλάδια και οι προκηρύξεις. 'Αλλα μειονεκτήματα των μέσων αυτών, είναι ότι καταστρέφονται εύκολα, προϋποθέτουν εκδοτικές δυνατότητες, απαι­τούν δοκιμαστική εφαρμογή πριν από τη μαζική τους χρήση και εύκο­λα παραβλέπονται από το κοινό. Στα πλεονεκτήματά τους συγκαταλέ­γεται το γεγονός ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατ' ιδίαν για αυ­τοεκπαίδευση, η χρήση τους μπορεί να είναι συνεχής, διακινούνται με ευχέρεια από χέρι σε χέρι, παράγονται και αναπαράγονται σχετικά εύ­κολα και οικονομικά.

          Οι αφίσες και οι χάρτες βοηθούν στην πρόκληση ισχυρών εντυπώ­σεων που ευαισθητοποιούν το κοινό, δίνουν χρήσιμες παραπεμπτικές πληροφορίες (π.χ. το πού και πάτε Θα γίνει μια διάλεξη) και είναι σχετικά οικονομικά μέσα. Μειονεκτούν στο ότι καταστρέφονται εύκολα, αγνοούνται όταν το κοινό τα συνηθίσει και δεν προσφέρονται για προ­βολή πολλαπλών ή σύνθετων μηνυμάτων.

          Οι κινηματογραφικές ταινίες, είναι αποτελεσματικά μέσα για την παρουσίαση συγκεκριμένων πληροφοριών και γεγονότων και μπορούν να καλύψουν ένα ευρύ φάσμα Θεμάτων, ηλικιών και συνθηκών διδασκαλίας. Προσφέρονται ιδιαίτερα για την επίδειξη και κατανόηση κά­ποιας τεχνικής (π.χ. ανώδυνος τοκετός). Δεν προσφέρονται όμως, για κατ' ιδίαν χρήση, είναι σχετικά δύσκολη και πολυδάπανη η παραγωγή τους, τα μηχανήματα προβολής είναι ακριβά και δυσκολομετακίνητα, γι ' αυτό και η προβολή ταινιών τείνει να αντικατασταθεί από τα βίντεο.

          Τα βίντεο, έχουν σχεδόν τα ίδια πλεονεκτήματα με τις ταινίες αλ­λά επιπλέον μπορούν να χρησιμοποιηθούν περισσότερο κατ' ιδίαν, σταματούν και ξαναρχίζουν πιο εύκολα, είναι πιο οικονομική η παραγωγή τους και δεν απαιτούν πλήρη συσκότιση. Μειονεκτούν στο ότι υπάρχουν διάφοροι τύποι που δεν είναι πάντα συμβατοί με τον εκά­στοτε εξοπλισμό, η μικρή οθόνη προβολής τους περιορίζει το μέγεθος του κοινού, ενώ πολλές φορές η αναπαραγωγή και διακίνησή τους συ­ναντά νομικά ή δεοντολογικά εμπόδια.

          Τα slides πλεονεκτούν στην εξαιρετική αναπαραγωγή της εικόνας και των χρωμάτων, είναι σχετικά οικονομικά μέσα, προσφέρονται για μι­κρού και μεσαίου μεγέθους κοινά, είναι ευκολόχρηστα και ευκολομεταφερόμενα και με την μεταβολή της σειράς ή του αριθμού τους μπορούν να προσαρμόζονται στις ιδιαίτερες ανάγκες κάθε προγράμμα­τος. Μειονεκτούν στο ότι είναι ευαίσθητα και χρειάζονται προφύλαξη, απαιτούν συσκότιση και δεν περιέχουν κίνηση.

          Οι διαφάνειες, παράγονται εύκολα και οικονομικά, αξιοποιούνται και σαν σημειώσεις από τον ομιλητή, προσφέρονται για μικρού και με­σαίου μεγέθους κοινό και δεν απαιτούν απόλυτη συσκότιση. Δεν περιέ­χουν όμως κίνηση και φθείρονται εύκολα.

          Οι πίνακες είναι ίσως το πιο οικονομικά μέσο στην κατηγορία αυ­τή, σβήνονται και ξαναχρησιμοποιούνται εύκολα, συμπληρώνουν τις ανά­γκες μιας διάλεξης και μπορούν να χρησιμοποιηθούν και από το ίδιο  το κοινό. Στα μειονεκτήματά τους περιλαμβάνεται το μικρό μέγεθος του κοινού, η ανάγκη ευκρινούς γραφικού χαρακτήρα και η παροδική διάρκεια της χρήσης τους.

         

          Οι κασέτες και οι δίσκοι αποτελούν τα πιο πρόσφορα μέσα για κατ' ιδίαν χρήση. Είναι σχετικά οικονομικά μέσα, σταματούν και ξεκι­νούν εύκολα και προσφέρονται ιδιαίτερα για την εκμάθηση ορισμένων ικανοτήτων. Τα μειονεκτήματα που παρουσιάζουν αφορούν τη σχετική δύσκολη παραγωγή τους, την ακαταλληλότητά τους σε κοινό με δυ­σκολίες ακοής (π.χ. υπερήλικες) και βέβαια σαν ακουστικά μέσα είναι λιγότερο αποτελεσματικά απ' ότι είναι τα οπτικά μέσα.

          Στο παρελθόν, τα οπτικοακουστικά μέσα και κυρίως το έντυπο υλι­κό και οι κινηματογραφικές ταινίες, χρησιμοποιούνταν πολύ περισσότε­ρο από τους εκπαιδευτές υγείας απ' ότι σήμερα όπου κυριαρχούν τα ΜΜΕ και ορισμένες άλλες μέθοδοι, όπως η δουλειά σε ομάδες. 'Ομως, η χρησιμότητά τους δεν πρέπει να υποτιμηθεί, ειδικά στις πε­ριπτώσεις εκείνες, όπως η εκμάθηση μιας θεραπευτικής τεχνικής, που όπως ήδη αναφέρθηκε, έχουν θετικά αποτελέσματα.

 

4.2.5  Εκπαιδευτική τηλεόραση

          Η εκπαιδευτική τηλεόραση απευθύνεται σε μικρούς ή μεγάλους πληθυσμούς, ανάλογα με την εμβέλεια του τηλεοπτικού δικτύου. Άλλοτε αποτελεί φορέα ολοκληρωμένων προγραμμάτων Αγωγής Υγείας και άλλοτε αποσκοπεί στο να προκαλέσει το αρχικά ενδιαφέρον και την ευαισθητοποίηση του κοινού γύρω από ένα θέμα, πριν εφαρμο­σθούν άλλες μέθοδοι Αγωγής Υγείας.

          Αν εξαιρέσει κανείς την αναμφισβήτητη εξοικονόμηση χρόνου που επιτυγχάνεται χάρη στη μέθοδο αυτή, ιδιαίτερα όταν εφαρμόζεται στο σχολικό περιβάλλον, η εκπαιδευτική τηλεόραση δεν φαίνεται να υπερέχει σαφώς άλλων μεθόδων. Σε μια ανασκόπηση μελετών αξιολόγησης, δεν διαπιστώθηκε σημαντική διαφορά αποτελεσματικότητας της εκπαι­δευτικής τηλεόρασης σε σύγκριση με άλλες εκπαιδευτικές μεθόδους.

          Η χρήση της εκπαιδευτικής τηλεόρασης από τους εκπαιδευτές υγείας είναι προς το παρόν περιορισμένη. Κλειστού κυκλώματος δίκτυα έχουν χρησιμοποιηθεί σε ορισμένα μαιευτήρια των ΗΠΑ για προγράμ­ματα Αγωγής Υγείας που αφορούν την περιγεννητική φροντίδα.

          Η έλλειψη όμως επιστημονικών στοιχείων που να αποδεικνύουν την υπεροχή της, σε συνδυασμό με το υψηλό της κόστος, δεν αφή­νουν περιθώρια για να υποστηριχθεί η εξάπλωση της μεθόδου σήμερα.

          Θα πρέπει όμως να μελετηθεί περισσότερο η χρήση της σε ελεγχόμε­νο πειραματικά περιβάλλον, ώστε να ανιχνευθούν πιθανοί τρόποι που να αυξάνουν την αποδοτικότητά της και να την καθιστούν πιο αποτε­λεσματική εκπαιδευτική μέθοδο.

 

4.2.6   Προγραμματισμένη εκμάθηση

          Ο όρος προγραμματισμένη εκμάθηση (programmed learning), αδό­κιμος ίσως ακόμα στην ελληνική πραγματικότητα, αναφέρεται στην εκ­παιδευτική διαδικασία που στηρίζεται σε ειδικές μηχανές εκμάθησης, σε προγραμματισμένα τέστ και σε ειδικά προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Και στις τρεις περιπτώσεις, το εκπαιδευτικό περιεχόμενο αποτελεί αντικείμενο ενός καλά σχεδιασμένου και προσεκτικά αρθρωμέ­νου συστήματος διδασκαλίας που επιτρέπει στον εκπαιδευόμενο να ακολουθήσει το δικό του ρυθμό εκμάθησης. Σε αντίθεση με το συ­μπληρωματικό ρόλο άλλων εκπαιδευτικών μεθόδων, όπως των οπτικοα­κουστικών μέσων, η προγραμματισμένη εκμάθηση αποτελεί μια αυτό­νομη μέθοδο, όπου η παρουσία του εκπαιδευτή χρειάζεται μόνο όταν υπάρχουν διευκρινιστικές ερωτήσεις από τους εκπαιδευόμενους.

          Οι μηχανές εκμάθησης που πρωτοχρησιμοποίησε ο αμερικανός ψυχολόγος Skinner στη δεκαετία του '50, έχουν αντικατασταθεί από άλλες προγραμματισμένες μεθόδους διδασκαλίας που στηρίζονται σε ειδικά έντυπα, που μαζί με slides, ταινίες και κασέτες έχουν χρησιμο­ποιηθεί σε ορισμένα σχολικά εκπαιδευτικά προγράμματα. Η πιο πρό­σφατη εφαρμογή των μεθόδων αυτών συνδυάζεται με τη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Χάρη σε ειδικά προγράμματα μικροϋπολογι­στών ή με τη χρήση τερματικών συνδεδεμένων με κεντρικό υπολογι­στή, οι εκπαιδευόμενοι έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τις τερά­στιες εκπαιδευτικές δυνατότητες της σύγχρονης ηλεκτρονικής τεχνο­λογίας. Μέχρι πρόσφατα οι εφαρμογές των υπολογιστών στα πλαίσια της προγραμματισμένης εκμάθησης περιορίζονταν κυρίως στους πανε­πιστημιακούς χώρους αν και σύντομα προβλέπεται η εξάπλωσή τους και σε άλλους χώρους (νοσοκομεία Κέντρα Υγείας).

          Τα τελευταία χρόνια μέσω των υπολογιστών, διαμορφώθηκαν και­νούρια εκπαιδευτικά προϊόντα, που συνδυάζουν εικόνα, ήχο, κίνηση, κείμενο και γραφήματα. Τα προϊόντα αυτά που ανήκουν στην κατηγορία των οπτικοακουστικών πολυμέσων (multimedίa), παρέχουν επίσης τη δυνατότητα της αλληλοεπίδρασης (interactivity), επιτρέποντας στον εκπαιδευόμενο να ρωτά, να εξασκείται, να βαθμολογείται και να εκπαιδεύεται σε αντικείμενα δικής του επιλογής. Οι πιο διαδεδομένες μορ­φές αυτών των προϊόντων είναι οι δίσκοι λέϊζερ που στηρίζονται σε αναλογική τεχνολογία και οι οπτικοί δίσκοι (π.χ. CD-ROM) που στηρί­ζονται σε ψηφιακή τεχνολογία. Στην τελευταία κατηγορία ανήκει και ένα καινούριο προϊόν, το Compact Disc Interactive (CD-Ι) και μπορεί να προβάλλεται και σε απλές τηλεοράσεις.

          Η προγραμματισμένη εκμάθηση είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική μέ­θοδος στις περιπτώσεις όπου απαιτείται εξατομικευμένη διδασκαλία, είτε λόγων των μεγάλων διαφορών και ιδιαιτεροτήτων από άτομο σε άτομο του πληθυσμού-στόχου, είτε όταν το περιεχόμενο του προ­γράμματος είναι εμπιστευτικού χαρακτήρα (αφροδίσια νοσήματα, αντι­σύλληψη κ.ά.).

 

 

4.3   Μέθοδοι αλλαγής στάσεων και συμπεριφοράς

 

          Οι αλλαγές στάσεων και συμπεριφορών αποτελούν τους πιο δύ­σκολους στόχους της Αγωγής Υγείας, διότι προϋποθέτουν την ανατρο­πή εμπεδωμένων απόψεων και συνηθειών και την αντικατάστασή τους με άλλες που συχνά είναι λιγότερο ευχάριστες. Γι ' αυτό άλλωστε πολ­λά άτομα εμμένουν σε μια βλαβερή συνήθεια, παρ' όλο που γνωρίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις της. Μια πρόσθετη δυσκολία αποτελεί το γε­γονός, ότι η Αγωγή Υγείας οφείλει να σέβεται τις ελεύθερες επιλογές κάθε ατόμου και όχι να επιβάλλει τις απόψεις της. Μια τέτοια όμως φιλοσοφία συνεπάγεται μακρόχρονες διαδικασίες συμμετοχής, διαλό­γου, πειθούς και συναίνεσης αντί για άμεσες ενέργειες καταναγκα­σμού.

          Θα πρέπει επίσης να τονιστεί, ότι ακόμα και όταν επιτυγχάνεται η επιθυμητή αλλαγή στάσεων, η επίτευξη αυτή δεν οδηγεί αυτόματα στην αλλαγή συμπεριφοράς. Υπάρχει απόσταση ανάμεσα στους δύο στόχους, η κάλυψη της οποίας απαιτεί νέες ειδικές προσπάθειες, μεθό­δους και τεχνικές Αγωγής Υγείας. Αν σ' όλα αυτά προστεθούν οι ποι­κίλοι κοινωνικοί, πολιτιστικοί και οικονομικοί παράγοντες που επηρεά­ζουν και καθορίζουν την ανθρώπινη στάση και συμπεριφορά, γίνεται αντιληπτό το τεράστιο έργο που έχει να επιτελέσει η Αγωγή Υγείας.

          Στο δύσκολο αυτό έργο, όπου η επικοινωνία με σκοπό την παροχή πληροφοριών και γνώσεων αποτελεί μέρος μόνο του συνόλου των δραστηριοτήτων που απαιτούνται, οι μέθοδοι αλλαγής στάσεων και συμπεριφοράς καλύπτουν ένα σημαντικό μέρος της σύγχρονης μεθοδο­λογίας της Αγωγής Υγείας.

 

4.3.1 Ανάπτυξη ικανοτήτων

          Η ανάπτυξη ικανοτήτων (skill development) αποτελεί μια εκπαι­δευτική μέθοδο που στηρίζεται στην επίδειξη διαφόρων πρακτικών με­θόδων. Οι γονείς που δείχνουν στα παιδιά τους πως να πλένουν τα δόντια τους, η διδασκαλία της τεχνικής του ανώδυνου τοκετού, η αυτοε­ξέταση του μαστού, η χρήση ενέσιμης ινσουλίνης και πολλά άλλα απο­τελούν δραστηριότητες, η εκμάθηση των οποίων στηρίζεται στην ανά­πτυξη των κατάλληλων ικανοτήτων και στη πρακτική τους εξάσκηση.

          Η μέθοδος της ανάπτυξης ικανοτήτων περιλαμβάνει τρία βασικά στάδια. Ένα πρώτο, κατά το οποίο παρέχονται οι απαραίτητες επεξηγή­σεις για την αναγκαιότητα της συγκεκριμένης τεχνικής και οδηγίες για τη χρήση της. Στο δεύτερο στάδιο επιδεικνύεται και εκτελείται απ6 τους εκπαιδευτές η τεχνική και στο τρίτο και τελευταίο στάδιο παρέ­χεται η δυνατότητα στον κάθε εκπαιδευόμενο -να εφαρμόσει την τεχνι­κή μπροστά στο υπόλοιπο κοινό.

          Η σχετικά απλή αυτή διαδικασία έχει πρόσφατα επεκταθεί και έχει συμπεριλάβει ορισμένες ειδικές τεχνικές ιεράρχησης αξιών και αλλα­γής απόψεων καθώς και τεχνικές λήψης αποφάσεων.

          Ένα πρώτο σημαντικό βήμα για την ιεράρχηση αξιών και την αλ­λαγή απόψεων, αποτελεί η αποσαφήνιση ορισμένων βασικών εννοιών, όπως είναι η υγεία, οι παράγοντες που-την καθορίζουν, η σημασία ορισμένων επικίνδυνων συνηθειών, όπως το κάπνισμα κ.ά. 'Οσο τα ζη­τήματα αυτά δεν ξεκαθαρίζουν στη σκέψη και στη συνείδηση του κοι­νού, τόσο πιο δύσκολη Θα γίνεται κάθε φορά η σωστή επιλογή. Είναι λοιπόν αναγκαίο να προκληθεί ο κατάλληλος προβληματισμός που Θα οδηγήσει στην επιθυμητή αποσαφήνιση. Μια τέτοια διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί με ορισμένες ειδικές τεχνικές καθώς και με ορισμένα ειδικά παιχνίδια.

          Στις ειδικές τεχνικές περιλαμβάνεται η καταγραφή απ6 κάθε εκ­παιδευόμενο κατά σειρά σπουδαιότητας διαφόρων αξιών, όπως το χρή­μα, η διασκέδαση, η υγεία, η φιλία, η δουλειά κ.λπ., και αμέσως μετά η συζήτηση γύρω από τις προτεραιότητες του καθένα. Σύμφωνα με μια άλλη τεχνική, το κοινό χωρίζεται σε δύο ομάδες και η κάθε ομάδα χρεώνεται με τη δημόσια υπεράσπιση μια αντιδιαμετρικά αντίθετης άποψης, ώστε να αναπτυχθεί ελεύθερα η αντιπαράθεση των επιχειρημάτων. Μπορεί επίσης να τοποθετηθούν δύο αντίθετες απόψεις ή αξίες στα άκρα μια κλίμακας (π.χ. από 0 έως 100) και κάθε εκπαιδευόμενος να σημειώσει το σημείο της κλίμακας που θεωρεί ότι αντιστοιχεί η συ­γκεκριμένη αξία.

          Μ' αυτούς τους τρόπους δίνεται η ευκαιρία σε κάθε άτομο που συμμετέχει, να σκεφτεί σοβαρά και υπεύθυνα τα ζητήματα που αφο­ρούν την υγεία του και κυρίως να προβληματισθεί αν οι αξίες και οι απόψεις που είχε διαμορφώσει στο παρελθόν, αντέχουν στη λογική επιχειρηματολογία; και αν πράγματι εκφράζουν τις πραγματικές του πε­ποιθήσεις και επιθυμίες.

 

 

          Οι τεχνικές λήψης αποφάσεων στηρίζονται στην παραδοχή ότι η διαδικασία με την οποία αποφασίζει κάθε άτομο εξαρτάται από πολ­λούς παράγοντες. Κάθε απόφαση σημαίνει επιλογή ανάμεσα σε διαφορετικές εναλλακτικές λύσεις. Άλλοτε οι επιλογές είναι απλές και ξε­κάθαρες (π.χ. θα φάω ή δεν θα φάω το πρωινό γεύμα) και άλλοτε πιο πολύπλοκες (π.χ. πως να αντιμετωπίσω τους παράγοντες που προκα­λούν άγχος. Άλλοτε έχουμε να διαλέξουμε ανάμεσα σε δύο επιλο­γές (π.χ. θα καπνίζω τσιγάρα με φίλτρο ή άφιλτρα) και άλλοτε ανάμεσα σε περισσότερες (π.χ. θα γυμνάζομαι 1, 2, 3 ή περισσότερες φορές την εβδομάδα). Σε κάθε περίπτωση οι αποφάσεις είναι πιο σωστές, εάν προκύπτουν από προσεκτική και μελετημένη επιλογή.

          Για το σκοπό αυτό, υπάρχουν ορισμένα βήματα που συνθέτουν την τεχνική λήψης αποφάσεων. Τα βήματα αυτά είναι ο ορισμός του προ­βλήματος, ο καθορισμός του στόχου, η καταγραφή των εναλλακτικών επιλογών, η εκτίμηση των επιπτώσεων κάθε επιλογής και η λήψη της τελικής απόφασης.

 

 

4.3.2  Ειδικά παιχνίδια

 

          Τα ειδικά παιχνίδια περιλαμβάνουν διάφορα τροποποιημένα δημο­φιλή παιχνίδια ή θεατρικές τεχνικές. Όπως ήδη αναφέρθηκε, τα ειδικά παιχνίδια είναι μέρος των τεχνικών ιεράρχησης αξιών και αλλαγής απόψεων. Επιπλέον, ενισχύουν την ανάπτυξη κινήτρων υγιεινής συμπερι­φοράς και δυναμώνουν τους διαπροσωπικούς συναισθηματικούς δε­σμούς. Η αξιοποίηση του συναισθήματος στην εκπαιδευτική διαδικασία αποτελεί μία από τις βασικότερες συμβολές των ειδικών παιχνιδιών, παρ' όλο που οι μέχρι τώρα εφαρμογές τους απευθύνονται κυρίως στις ανθρώπινες νοητικές λειτουργίες. Παράδειγμα αυτών των εφαρμογών αποτελεί η χρήση επιτραπέζιων παιχνιδιών (π.χ. μονόπολη) που έχουν τροποποιηθεί κατάλληλα έτσι ώστε να βοηθούν στην αποσαφήνι­ση διαφόρων αξιών και στη λήψη υγιεινών αποφάσεων κατά τη διάρ­κεια του παιχνιδιού. Επίσης, η υιοθέτηση διαφόρων ρόλων που αντι­στοιχούν σε υγιεινές ή ανθυγιεινές συμπεριφορές και η Θεατρική τους απόδοση αποτελούν μία ακόμα εφαρμογή αυτής της μεθόδου.

          Η μέχρι σήμερα χρήση παρόμοιων τεχνικών στα πλαίσια της Αγω­γής Υγείας είναι μάλλον περιορισμένη. Ως αιτίες αναφέρονται η δύ­σκολη εφαρμογή τους στις αίθουσες διδασκαλίας, ο πολύ απλοϊκός ή ο πολύ σύνθετος χαρακτήρας τους, η μεγάλη τους διάρκεια και η χρονοβόρα προετοιμασία τους. Τα θέματα που προσφέρονται ιδιαίτερα για την αξιοποίηση της μεθόδου, είναι τα προβλήματα της τρίτης ηλι­κίας, τα αφροδίσια νοσήματα, η ανθρώπινη σεξουαλικότητα και η κατα­πολέμηση των ατυχημάτων.

 

4.3.3  Παρατήρηση και αναζήτηση

          Σύμφωνα με τη μέθοδο της εκμάθησης μέσα από την παρατήρηση (observational learning), οι εκπαιδευόμενοι παρακινούνται να διαμορ­φώσουν τις δικές τους υποθέσεις και να τις ελέγξουν στην πράξη. Η έμφαση είναι στον αυτόνομο προβληματισμό, καθώς και στην κατανόη­ση της γνωστικής διδασκαλίας παρά στη γνώση καθεαυτή.

          Η εκμάθηση με την παρατήρηση και την αναζήτηση είναι ο πυρή­νας της προβληματικής των διαδεδομένων εκπαιδευτικών μεθόδων του πειράματος και των εκπαιδευτικών εκδρομών. Με τις μεθόδους αυτές, προάγονται οι γνωστικές διαδικασίες της εφαρμογής, της σύνθεσης, της αξιολόγησης, υπερβαίνοντας τις παραδοσιακές μορφές διδασκαλίας.

          Η χρήση της μεθόδου έχει περιορισθεί μέχρι σήμερα στο σχολικό περιβάλλον. Χάρις όμως στην αναγνώριση των πλεονεκτημάτων της έχει αρχίσει να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον προγραμμάτων Αγωγής Υγείας στην κοινότητα, στους εργασιακούς χώρους και στα νοσηλευτι­κά ιδρύματα. Στην τελευταία αυτή περίπτωση έχει αναφερθεί επιτυχής εφαρμογή της μεθόδου σε ασθενείς που παρακινήθηκαν να ρωτήσουν τους γιατρούς τους τις ερωτήσεις που τους απασχολούσαν και να συ­ζητήσουν μαζί τους.

 

 

4.3.4  Δουλειά σε ομάδες

          Η εφαρμογή προγραμμάτων Αγωγής Υγείας σε μικρές ομάδες του πληθυσμού (group work), αποτελεί μια από τις πιο αποτελεσματικές εκπαιδευτικές μεθόδους για την αλλαγή στάσεων και συμπεριφοράς. Η μέθοδος της δουλειάς σε ομάδες έχει τις καταβολές της στη δεκαε­τία του 1930, όταν πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες σχετικές έρευνες. Η κλασική μελέτη του Bond το 1956 κατέδειξε την υπεροχή της μεθό­δου σε σύγκριση με τις διαλέξεις, σ' ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης γυ­ναικών στην αυτοεξέταση του μαστού.

          Χάρη στη μέθοδο των μικρών ομάδων, επιτυγχάνεται μέσα από σειρά τακτικών συναντήσεων, που μπορεί να έχουν τον χαρακτήρα της συνεδρίασης ή της άτυπης συζήτησης, ή πολύ σημαντική υπόθεση της ενεργούς συμμετοχής του κοινού και η προαγωγή της υπευθυνότητάς του. Με έμφαση στη συνεργασία και στην αλληλοκατανόηση, το κοινό όχι μόνο συμμετέχει, αλλά συνδιαμορφώνει το σχέδιο και το περιεχό­μενο του προγράμματος έτσι ώστε να αντιστοιχεί στις πραγματικές του ανάγκες. Ο εκπαιδευτής λειτουργεί περισσότερο σαν καταλύτης και λι­γότερο σαν δάσκαλος και η εκμάθηση είναι πολύ πιο ουσιαστική, γιατί προκύπτει μέσα από την αναζήτηση και τη διαπίστωση και όχι ως προϊόν αποστήθισης. Επιπλέον, η δουλειά σε ομάδες διευκολύνει την ελεύθερη έκφραση νέων ιδεών και απόψεων και πλεονεκτεί ως προς το γεγονός ότι μπορεί να πραγματοποιηθεί σε διάφορους χώρους χω­ρίς ειδικές προδιαγραφές.

          Σήμερα, η εκπαιδευτική αυτή μέθοδος χρησιμοποιείται από πολ­λούς επιστήμονες και επαγγελματίες υγείας για την επίτευξη πολύ­μορφων επιδιώξεων. Μέθοδοι ψυχοθεραπείας, τεχνικές αποσαφήνισης αξιών και λήψης αποφάσεων, συλλογικές παρεμβάσεις στην κοινότητα, προγράμματα διακοπής του καπνίσματος, ελέγχου της υπέρτασης και πολλά άλλα, αποτελούν εφαρμογές της μεθόδου. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις έχει διαπιστωθεί η μεγάλη αποτελεσματικότητα της μεθό­δου κυρίως σ' ότι αφορά τους στόχους της αλλαγής στάσεων και συ­μπεριφοράς. Αλλά και ως προς το στόχο της παροχής γνώσεων, φαίνε­ται να υπερέχει σημαντικά των διαλέξεων.

 

4.3.5   Χρήση προτύπων

 

          Η θεωρητική θεμελίωση της μεθόδου αυτής ανάγεται στην ανθρώ­πινη τάση για υιοθέτηση προτύπων συμπεριφοράς. Οι σύγχρονες αντιλή­ψεις για τη χρήση προτύπων στηρίζονται σε ορισμένές αρχές της ψυχανάλυσης και στη μελέτη της διαδικασίας εκμάθησης μέσα από την παρατήρηση. Η δύναμη της μεθόδου απορρέει από τη διαπίστωση ότι τα πρότυπα και η γοητεία που αυτά ασκούν αποτελούν την κύρια δια­δικασία επίτευξης της κοινωνικοποίησης του ατόμου.

          Η ταύτιση με κάποιο πρότυπο δεν περιορίζεται βέβαια στην απλή μίμηση. Είναι πολύ πιο σύνθετη διαδικασία, η οποία συντελεί στη δια­μόρφωση νοητικών κανόνων που επιτρέπουν τη δημιουργική προσαρμογή της υιοθετούμενης συμπεριφοράς στις νέες υποκειμενικές και αντικειμενικές συνθήκες εφαρμογής της. Το κατά πόσο ένα άτομο αποτελεί πρότυπο ή όχι, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Η εξου­σία που ασκεί, η εκτίμηση που απολαμβάνει, τα συναισθήματα που προκαλεί και ο βαθμός καταξίωσης και ανταμοιβής του, επιδρούν απο­φασιστικά στην καθιέρωση ενός προτύπου. '0λοι αυτοί οι παράγοντες δεν είναι σταθεροί και αμετάβλητοι, αλλά διαμορφώνονται σ' ένα συ­γκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο και καθορίζονται από τις εκάστοτε κοινω­νικές, πολιτιστικές και πολιτικές ακόμα συνθήκες.

          Για τις μικρές ηλικίες, βασικό πρότυπο συμπεριφοράς αποτελούν οι γονείς, τα μεγαλύτερα αδέλφια και οι δάσκαλοι. Η επίδραση των προτύπων συνεχίζεται σ' όλη τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου, αλλά η ισχύς τους εξασθενίζει με την αύξηση της ηλικίας. Σχετικά με διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα, οι γυναίκες τείνουν να σχετίζο­νται πιο έντονα με διάφορα πρότυπα και να συμμορφώνονται περισσό­τερο στις προδιαγραφές τους.

          Τα πρότυπα λειτουργούν συχνά και αρνητικά. Η βία πολλών τηλεο­πτικών προγραμμάτων έχει διαπιστωμένες επικίνδυνες επιδράσεις σε πολλά παιδιά. Το ίδιο ισχύει και για ορισμένα διαφημιστικά πρότυπα ανθυγιεινών προϊόντων, όπως το τσιγάρο (Malboro, Camel κ.ά.). Γι ' αυτό και επιβάλλεται μεγαλύτερος κοινωνικός έλεγχος στην προβολή διαφημιστικών προτύπων από τα ΜΜΕ.

          Η επίδραση των προτύπων έχει αξιοποιηθεί και σε πολλά προ­γράμματα Αγωγής Υγείας. Κυρίως έχουν χρησιμοποιηθεί σε διαιτητικά προγράμματα, σε αντικαπνιστικές εκστρατείες, στον αντιαλκοολικό αγώνα και στη φυσική άσκηση, είτε με τη χρησιμοποίηση δημοφιλών προ­σώπων (αθλητές, καλλιτέχνες κ.ά.), είτε με τη δημιουργία χαρακτήρων σε τηλεοπτικές σειρές, βιβλία, περιοδικά κ.τ.λ. Η διαπιστωμένη αποτε­λεσματικότητα της μεθόδου, ιδιαίτερα στα παιδιά της προσχολικής ηλι­κίας, δημιουργεί πολλά περιθώρια για την ανάπτυξη της χρήσης προτύ­πων στα πλαίσια της Αγωγής Υγείας.

 

4.3.6  Έλεγχος της συμπεριφοράς

          Η μεθοδολογία του ελέγχου της συμπεριφοράς στηρίζεται στις κλασικές Θεωρίες για τον καθορισμό της συμπεριφοράς από τα ερεθί­σματα που δέχεται και κυρίως από τις συνέπειές της. Τα ερεθίσματα μπορεί να προκαλούν ή να ακυρώνουν μια συμπεριφορά και οι συνέ­πειες μπορεί να είναι Θετικές που να επιβραβεύουν και να ενισχύουν μια συμπεριφορά ή αρνητικές που να την τιμωρούν και την αποδυνα­μώνουν. Με βάση τις διαπιστώσεις αυτές, η μέθοδος του ελέγχου της συμπεριφοράς επιδιώκει με κατάλληλους κάθε φορά χειρισμούς, την τροποποίηση των ερεθισμάτων και των συνεπειών έτσι ώστε να επιτυγ­χάνονται οι επιθυμητές αλλαγές. Ο έλεγχος της συμπεριφοράς δεν ταυτίζεται κατ' ανάγκη με τη βίαιη επιβολή, αλλά σύμφωνα με τους υποστηρικτές της μεθόδου, μπορεί να είναι αποτέλεσμα έμμεσης επί­δρασης στις νοητικές λειτουργίες που αφορούν τη λήψη αποφάσεων, την αποσαφήνιση αξιών και την αλλαγή στάσεων. Παρά τις διευκρινί­σεις αυτές, ο έλεγχος της συμπεριφοράς συνεχίζει να αποτελεί στόχο αρκετών επικρίσεων.

          Ο έλεγχος της συμπεριφοράς, ως ειδική εκπαιδευτική μέθοδος, έχει χρησιμοποιηθεί στο σχολικό περιβάλλον από κλινικούς ψυχολό­γους για τη Θεραπεία συναισθηματικών διαταραχών και προβλημάτων εκμάθησης. Περισσότερο διαδεδομένη είναι η μέθοδος σε ορισμένες κατηγορίες ασθενών με διαταραχές του ουροποιητικού, του πεπτικού, του καρδιαγγειακού, του νευρικού και του αναπνευστικού συστήματος. Ανάλογες εφαρμογές έχουν αναφερθεί στην καταπολέμηση της παχυ­σαρκίας, στην αντιμετώπιση ορισμένων ψυχολογικών και ψυχιατρικών διαταραχών, συμπεριλαμβανομένου του αλκοολισμού, καθώς και στη διακοπή του καπνίσματος. Τα αποτελέσματα αυτών των εφαρμογών υπήρξαν ικανοποιητικά, ιδιαίτερα στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας, ενώ για το κάπνισμα και τον αλκοολισμό δεν διαπιστώθηκαν μακροπρό­θεσμα οφέλη.

          Συμπερασματικά, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ο έλεγχος της συμπεριφοράς είναι μια αμφιλεγόμενη μέθοδος, γι' αυτό και ενδείκνυ­ται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες όπου απαιτείται η αλλαγή μια σύν­θετης συμπεριφοράς, την οποία η απλή επιθυμία και Θέληση δεν αρ­κούν για να την τροποποιήσουν και εφόσον βέβαια έχουν δοκιμασθεί και αποτύχει άλλες μέθοδοι Αγωγής Υγείας. Η επιτυχία της μεθόδου σ' αυτές τις περιπτώσεις προϋποθέτει την εφαρμογή της από ειδικευ­μένο προσωπικό, καθώς και τη συναίνεση και τη συνεργασία των εκ­παιδευόμενων.

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Baldwin J. and Williams Η. (1988): Active Learning: Α Trainer's Guide. Basil Blackwell, Oxford.

Capper S. (1989): Starting and Running α Voluntary Group. Bed­ford Square Press, London.

Ellington Η. (1985): Producing Teaching Materials. Kogan Page,  London.

McCann R. (1988): Graphics Handbook. Health Education Authori­ty, London.

Leather D.S., Hastings G.B., Davies J.K. (1986): Health Education and the Media. Pergamon Press, Oxford.

Tountas Υ. (1990): Health Education and Self Care. In Ethics in Health Education. Doxiadis S. (ed). John Wiley & Sons, Chi­chester.

Τούντα Γ. (1987): Μεθοδολογία αγωγής υγείας: Μέθοδοι αλλαγής στά­σεων και συμπεριφοράς. Materia Medica Greca, 15(3), 197-201.

Τούντα Γ. (1988): Μεθοδολογία αγωγής υγείας: Μέθοδοι επικοινωνίας. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 5(2),166-170.

 

 

 

 

horizontal rule

Copyright 2002: Ασκληπιακό Πάρκο Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Τελευταία ενημέρωση / Last modified: 04/16/04